12 Σεπτεμβρίου 2016

Ο ρόλος του πατέρα στην ανάπτυξη του παιδιού

Θέμα: Ο ρόλος του πατέρα στην ανάπτυξη του παιδιού 

Εισαγωγή

 Περιορισμένο ερευνητικό ενδιαφέρον εντοπίζεται στο χώρο της Ψυχολογίας για το ρόλο του πατέρα μέσα στην οικογένεια και στην ανάπτυξη των παιδιών. Μέχρι τώρα η προσοχή εστιαζόταν στο ρόλο της μητέρας. Αυτό αιτιολογείται από το ότι είναι δύσκολο να γίνουν υποκείμενα έρευνας σε σχέση με τις μητέρες και από τις αντιλήψεις για τον κοινωνικό ρόλο της πατρότητας, ότι δηλαδή ο πατέρας είναι κοινωνικά υποχρεωμένος να εμπλέκεται με την οικογένεια και ο ψυχολογικός του ρόλος θεωρούταν υποβαθμισμένος (Κορώσης, 2003). Ωστόσο, η καταγραφή και μόνο του ρόλου της μητέρας δεν είναι αρκετή για να μιλάμε για σαφή αποτελέσματα της γονεϊκής εμπλοκής. Ο αυξημένος αριθμός διαζυγίων κατεύθυνε τους ερευνητές να εξετάσουν το ρόλο του πατέρα και τις επιρροές του στο παιδί, τα αποτελέσματα δηλαδή σε διάφορους τομείς ανάπτυξής του (National Center for Health Statistics, 2002, αναφ. στο Harris, n.d.).

Η πατρότητα είναι πολύπλοκο φαινόμενο, στο οποίο ιστορικά έχουν δοθεί διάφορες θεωρήσεις· από το ότι είναι παιδαγωγός ηθικής και πειθαρχίας περάσαμε στους διαφυλικούς ρόλους και στον συνεργατικό πατέρα (Pleck & Pleck, 1997, αναφ. στο Sarkadi, Kristiansson, Oberklaid & Bremberg, 2008: 153). Στη μελέτη της πατρότητας γίνεται σύνδεση του πατέρα, της εργασίας και της φροντίδας (Dowd, 2011). Ένα παράδειγμα του αυξημένου ενδιαφέροντος στο νέο πεδίο αυτό έρευνας είναι η κυκλοφορία του περιοδικού Fatherin το 2003 που σημαίνει πατρότητα (Harris, n.d.). Παραδοσιακά η μητέρα ήταν αυτή που φρόντιζε και παιδαγωγούσε το παιδί και ο πατέρας αυτός που το τροφοδοτούσε με εξουσία και ασφάλεια τροφής.

Ωστόσο, η κατάσταση που φαίνεται να κυριαρχεί περισσότερο από τον 21ο αιώνα είναι εκείνη κατά την οποία οι ρόλοι των μελών είναι μπερδεμένοι και αλλάζουν ανάλογα με τα προβλήματα που δημιουργούνται, με αποτέλεσμα να αλλάζουν διαρκώς τα πρότυπα ταύτισης των νέων και οι στόχοι τους. Αυτή η αλλαγή οδήγησε στην ανάγκη προσέγγισης του ρόλου του πατέρα που να αντανακλά αυτές τις αλλαγές στον παραδοσιακό ρόλο του (Μακρή-Μπότσαρη, 2008· Harris, n.d.).

Θετικό είναι λοιπόν το γεγονός ότι οι αντιλήψεις για το ρόλο του πατέρα έχουν αλλάξει. Έρευνες δείχνουν ότι υπάρχουν τάσεις για ένα πιο πρότυπο πιο κοντά στην ισότητα των ρόλων των δύο φύλων στην οικογένεια (πχ. Tasch, 1952). Έρευνες δείχνουν ότι πλέον υπάρχουν υψηλές κοινωνικές προσδοκίες για τους πατέρες στο να περνούν χρόνο με τα παιδιά τους, όπως φαίνεται από διατάξεις στο χώρο της εργασίας για άδειες πατρότητας και ελαστικό ωράριο (Andrews et al., 2004, Smeaton, 2006), ενώ νέοι πατέρες δεν υποστηρίζουν απόψεις για τον παραδοσιακό ρόλο των πατεράδων (Scott et al., 1998, αναφ. στο Clark, 2009: 3) και επιθυμούν να έχουν πλήρη συμμετοχή στην οικογενειακή ζωή (Henwood & Procter, 2003, Lewis, 2000) (Clark, 2009).

Ωστόσο, έρευνες δείχνουν ότι συνεχίζουν να υπάρχουν απόψεις για τους παραδοσιακούς ρόλους στην οικογένεια. Η έρευνα των Κορωναίου, Πρεπούδης, Σιώτου & Τικταπανίδου (2006) έδειξε ότι η συμπεριφορά των γονέων μέσα στην οικογένεια εμμένει στο παραδοσιακό μοντέλο, αφού οι εργασίες του οίκου καταμερίζονται με βάση τις θεωρήσεις για το βιολογικό ρόλο των δύο φύλων· οι γυναίκες δηλαδή αναλαμβάνουν τις οικιακές εργασίες και οι άντρες αναλαμβάνουν τις εξωτερικές εργασίες του οίκου. Από την άλλη, καινοτομία αποτελούν οι στάσεις και αντιλήψεις των ανδρών –κυρίως στην επαρχία λόγω περισσότερου ελεύθερου χρόνου- για την ανατροφή των μικρών παιδιών, στην οποία εμπλέκονται πάνω από το μισό του δείγματος της έρευνας.

Οι αλλαγές στους ρόλους της σημερινής οικογένειας οφείλονται σε διάφορους λόγους. Για παράδειγμα, οφείλονται στην μείωση της εξάρτησης της γυναίκας από τον άνδρα εξαιτίας νέων οικονομικών δεδομένων, κάτι που έφερε την ανάδυση του νέου προτύπου πατέρα (Μουσούρου, 1989). Ακόμα, οφείλονται στην αύξηση του φαινομένου του απόντα πατέρα. Ο γάμος λοιπόν είναι ένας παράγοντας που γενικά επηρεάζει θετικά την ποσότητα του χρόνου που δίνουν οι πατέρες στη φροντίδα των παιδιών τους. Για παράδειγμα, συναντάμε συχνά την αλλαγή του ρόλου της μητέρας προς τα παιδιά όταν ο πατέρας είναι απών. Εκείνη αναλαμβάνει το ρόλο του πατέρα –ρόλος αναντικατάστατος- με αποτέλεσμα να δυσκολεύονται τα ίδια αργότερα να ξεκαθαρίσουν στις δικές τους σχέσεις αυτούς τους ρόλους. Και φυσικά, από τη στιγμή που θα χαθεί η ισορροπία, οι σχέσεις γίνονται τυπικές και στο τέλος χάνεται η επικοινωνία μεταξύ τους. Βασική προϋπόθεση για αυτή την ισορροπία στις σχέσεις των μελών είναι η επικοινωνία και η καλή σχέση των συζύγων καταρχήν, καθώς και η συνειδητοποίησή τους στο ρόλο του γονέα. Η ανησυχία τους για το αν είναι καλοί γονείς, αν μεγαλώνουν τα παιδιά τους σωστά, πολλές φορές τους δημιουργεί άγχος και στην προσπάθειά τους να είναι «τέλειοι» γονείς κάνουν συνεχώς λάθη (Floyd & Gallagher, 1997· Μακρή-Μπότσαρη, 2008· Harris, n.d.· Dowd, 2011).

1. Ο ρόλος του πατέρα στην ανάπτυξη του παιδιού

Η βιβλιογραφία για το ρόλο του πατέρα στη σημερινή οικογένεια καταλήγει στο ότι είναι περιορισμένος από την κοινωνία. Παρά όμως τον περιορισμό στο χρόνο που εμπλέκεται με το παιδί, ο ρόλος του παραμένει σημαντικός, από την προγεννητική περίοδο. Φαίνεται μάλιστα ότι έχει αναπτύξει νέο ρόλο, ισάξιο με αυτόν της μητέρας, καθώς ο χρόνος που περνάει με τα παιδιά είναι πιο ποιοτικός και συμβάλλει στην ανάπτυξη της προσωπικότητά τους. Μαζί με τη μητέρα λειτουργεί από τη βρεφική ηλικία ως φορέας προσκόλλησης και ύστερα κοινωνικοποίησης. Συντελεί στην κοινωνικοποίηση του παιδιού και την εγκαθίδρυση του Υπερεγώ που είναι πηγή δύναμης του Εγώ (Μακρή-Μπότσαρη, 2008). Υπάρχει η άποψη ότι άτομα που έχουν στερηθεί τον πατέρα τους έχουν αδύναμο Εγώ (Μακρή-Μπότσαρη, 2008). Αυτό αιτιολογείται από την άποψη ότι κάθε γονέας επηρεάζει ξεχωριστά την ανάπτυξη του παιδιού (Amato, 1994, Black, Dubowitz, & Starr, 1999, Marsiglio, Amato, Day, & Lamb, 2000, αναφ. στο Harris, n.d.).

Ωστόσο, υπάρχουν έρευνες που καταλήγουν ότι ακόμα και ένας μόνο γονέας είναι ικανός να μεταδώσει τις απαραίτητες συναισθηματικές και κοινωνικές δεξιότητες που χρειάζεται ένα παιδί, με αποτέλεσμα η συμβολή του να είναι σημαντική όσο και εκείνη της μητέρας (Harris, n.d.). Για την ακρίβεια, τόσο ο βιολογικός ρόλος όσο και ο μη βιολογικός ρόλος του πατέρα στην οικογένεια έχει αποδειχθεί ότι φέρει συγκριμένα οφέλη στην ανάπτυξη των παιδιών (Sarkadi et al., 2008). Μέσα στην οικογένεια ο πατέρας έχει διαφορετικό ρόλο από τη μητέρα. Για παράδειγμα, αυτός φαίνεται στο παιχνίδι, όπου η πατρική φυσική παρουσία και η πατρική συμμετοχή είναι διακριτή. Σε ένα γενικό πλαίσιο της παρουσίας του πατέρα στο παιχνίδι περιλαμβάνεται πάλη, γαργαλητό, κυνήγι, ενθάρρυνση άμιλλας. Ο πατέρας είναι ενθαρρυντικός χωρίς να νοιάζεται για τις συνέπειες, αντίθετα, η μητέρα θα είναι πιο προστατευτική και αποφεύγει να διδάξει την ανεξαρτησία. Ο πατέρας επίσης διδάσκει το μέσο ανάμεσα στη βία και τη δειλία, καθώς και την εμπιστοσύνη (Pruett, 1987). Η πατρότητα έχει σημαντικό αντίκτυπο στη συναισθηματική και γνωστική ανάπτυξη των παιδιών. Μέσα στην οικογένεια ο πατέρας έχει με τα παιδιά του ένα ιδιαίτερο τρόπο επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης. Το παιδί μπορεί να ξεχωρίζει από 8 εβδομάδων τη διαφορά ανάμεσα στον πατέρα και τη μητέρα. Από μικρή ηλικία μπορεί επίσης να γνωρίζει τη διαφορετική αντιμετώπιση στη ζωή του άνδρα και της γυναίκας (Pruett, 1987· Sarkadi et al., 2008). Ο πατέρας συχνά λειτουργεί ως πρότυπο βίας, με αποτέλεσμα τα παιδιά να εκδηλώνουν επιθετικά χαρακτηριστικά. Τα αγόρια ειδικά, όταν αλληλεπιδρούν με έναν πατέρα που είναι επιθετικός, οξύθυμος, εριστικός, ο οποίος πολλές φορές τα δέρνει, εμπλέκονται μέχρι και σε καταστάσεις σχολικού εκφοβισμού, κάτι που έχει βρεθεί πως ικανοποιεί τους πατέρες και τους κάνει να νιώθουν περήφανοι για τους γιους τους (Χατζηχαλέπλη, 2010).

2. Ο πατέρας και το παιδί στα προβλήματά του και στις ανησυχίες του

Μελέτες γενικά για το ρόλο και των δύο γονέων, οι οποίες επιχειρούν να εξετάσουν το βαθμό επίδρασης της στάσης τους απέναντι στον τρόπο που αντιμετωπίζει το ίδιο το παιδί τις δυσκολίες του, έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι είναι αναμφισβήτητα σημαντικός και πως η τοποθέτησή τους απέναντι στα προβλήματά τους γενικότερα, επηρεάζει την κοινωνική αποδοχή και την κατανόηση από το σχολικό περιβάλλον των προβλημάτων που προκύπτουν (Michael, Arnold, Magliocca & Miller,1992). Ειδικά για το ρόλο του πατέρα, πρέπει να είναι υποστηρικτικός, να είναι κοντά στα παιδιά του, να συζητάει τα προβλήματά τους, να εμπνέει εμπιστοσύνη χωρίς να φαίνεται παντογνώστης και να γίνεται προστάτης. Ένας παρών πατέρας που συμμετέχει στα προβλήματα του παιδιού του προσφέρει κοινωνική και συναισθηματική επάρκεια σε όλη την παιδική ηλικία και την εφηβεία. Αυτός είναι ο πατρικός ρόλος του υποστηρικτικού πατέρα (Overbeek et al., 2007, αναφ. στο Harris, n.d.).
Στην πρώιμη παιδική ηλικία κρίνεται ιδιαίτερα σημαντικός. Η περίοδος αυτή είναι κρίσιμη, γιατί τα παιδιά τότε βιώνουν μεγάλες αλλαγές, όπως τη μετάβαση στο νηπιαγωγείο, όπου αναπτύσσουν ανεξαρτησία από τους γονείς και πρέπει να έχουν τη «σχολική ετοιμότητα». Επίσης, στην περίοδο αυτή τα παιδιά δεν είναι πλέον σε θέση να λάβουν μια τόσο εξατομικευμένη φροντίδα, επικοινωνία και ενθάρρυνση, ώστε αναγκάζονται να γίνουν πιο αυτάρκεις στο μεγαλύτερο ομαδικό περιβάλλον του σχολείου (Entwisle & Alexander, 1998, αναφ. στο Harris, n.d.). Η έρευνα δείχνει ότι οι γονείς βοηθούν στην ομαλή προσαρμογή των αλλαγών αυτής της περιόδου (Harris., n.d.). Αλλά και στη εφηβεία όπου το παιδί αντιμετωπίζει προβλήματα, στα οποία είναι σημαντικός ο ρόλος του πατέρα. Στην εφηβεία είναι σημαντικός ο ρόλος του στον επαναστατημένο έφηβο που είναι σε αναζήτηση ταυτότητας, τον καθορίζουν σε τομείς όπως η οικονομική συντήρηση, στις θρησκευτικές και πολιτικές αντιλήψεις. Η θετική συμπεριφορά προς τη μητέρα επίσης τους ικανοποιεί (Μακρή-Μπότσαρη, 2008· Κορώσης, 2003). Η στήριξη του πατέρα στην οικογένεια πρέπει λοιπόν να συνεχίζει να διατηρείται παρά τις όποιες μεταβολές της εξαιτίας κοινωνικών επιδράσεων.

Για να ενισχυθεί αυτός ο ρόλος του πατέρα, υπάρχουν υποστηρικτικές υπηρεσίες και θεσμικές αλλαγές. Υποστηρικτικές υπηρεσίες βοηθούν στο άγχος του πατέρα να αντιμετωπίσει τα προβλήματα των παιδιών του, ειδικά όταν αυτά έχουν διάφορες ειδικές δυσκολίες, όπως μαθησιακές ή ειδικές ανάγκες (Floyd & Gallagher, 1997). Ο πατέρας βέβαια είναι ο φυσιολογικός προστάτης της οικογένειας κατά τις πολιτισμικές θεωρήσεις που σημαίνει ότι είναι συνδεδεμένος με την εργασία ως προστάτης της οικογένειας. Η θέση του πατέρα ως προστάτη της οικογένειας τον απομακρύνει τελικά από το να είναι αφοσιωμένος σε αυτή, ένα φαινόμενο που συνδέεται τελικά με το καπιταλιστικό σύστημα (McGinley, 2013, αναφ. στο Dowd, 2011: 1061). Ωστόσο, η έννοια της προστασίας έχει διαφοροποιηθεί, εξαιτίας της σύνθετης κοινωνίας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν αναλαμβάνει το χρέος του ως προστάτης (Γιούλτσης, 1997).

 3. Η αναγκαιότητα της συμμετοχής του πατέρα ενεργά στην ζωή του παιδιού και αποτελέσματα

Η συμμετοχή του πατέρα (engagement) σημαίνει την άμεση αλληλεπίδραση με το παιδί. Ωστόσο, δεν έχει ξεκαθαριστεί ακόμα στη βιβλιογραφία τι καθορίζει την επιτυχή συμμετοχή του πατέρα ή αλλιώς ποιος είναι ο επιτυχημένος τύπος συμμετοχής του πατέρα (Sarkadi et al., 2008). Οι έρευνες για την εμπλοκή του πατέρα στην ανάπτυξη του παιδιού στηρίζονται σε αυτοαναφορές που εγείρουν μεθοδολογικό ζήτημα εγκυρότητας, δεδομένου ότι μπορεί να υπερεκτιμούν ή να μην εκτιμούν πολύ τη συμμετοχή τους σε οτιδήποτε έχει σχέση με την ανάπτυξη των παιδιών τους (Clark, 2009). Επίσης, δεν υπάρχει θεωρητικό υπόβαθρο για τη μελέτη της πατρικής εμπλοκής (πέραν του μοντέλου των Lamb et al., 1985) που να λαμβάνει υπόψη την πολλαπλή διάσταση του τρόπου που κατασκευάζεται αυτό το φαινόμενο. Έτσι τα αποτελέσματα διάφορων ερευνών βγαίνουν αντικρουόμενα μεταξύ τους. Επίσης, είναι ασυνεπής η μέτρηση της συμμετοχής του πατέρα – για παράδειγμα, ο χρόνος που δαπανάται με τα παιδιά και η ποιότητα της σχέσης (Allen & Daly, 2007) (Clark, 2009).

Μεταβλητές με βάση τις οποίες γίνεται προσπάθεια να διαπιστωθεί ο ρόλος του πατέρα μέσα στην οικογένεια είναι, για παράδειγμα, η πατρική ανταπόκριση, η πατρική παραχωρητικότητα, η πατρική υπερπροστατευτικότητα, (Φαίδωνος, 2012), ο πατρικός ανταγωνισμός (Fagan & Barnett, 2003), η πατρική συμμετοχή (Flouri & Buchanan, 2003). Έχει αποδειχθεί ερευνητικά ότι οι πατέρες είναι ικανοί να συμμετέχουν στην ζωή των παιδιών τους, να αλληλεπιδρούν με αυτά και να ανταποκρίνονται με ευαισθησία (Lamb, 1997, Fagan & Iglesias, 1999, αναφ. στο Clark, 2009: 4-5).

Τα παιδιά των οποίων οι πατέρες εμπλέκονται ενεργά στη ζωή τους έχουν πολλαπλά οφέλη, κοινωνικά, συμπεριφορικά και ψυχολογικά (Sarkadi et al., 2008). Επομένως, η συμμετοχή του πατέρα σε όλη την ανάπτυξη του παιδιού είναι σημαντική και επομένως αυτή πρέπει να ενθαρρύνεται (Pattnaik, 2012). Συγκεκριμένα, η εμπλοκή του πατέρα συνδέεται με υψηλότερη αυτοεκτίμηση (Flouri, 2005), με αυξημένη κοινωνική αρμοδιότητα (Lamb, 1997), με υγιέστερες σχέσεις με τους συμμαθητές ως έφηβοι και ως ενήλικες και με πρόσβαση σε περισσότερους οικονομικούς πόρους (Lamp, 1997) (Clark, 2009). Επίσης συνδέεται με αύξηση των γνωστικών ικανοτήτων (Yogman, Kindlon & Earls, 1995), με την ψυχολογική προσαρμογή των παιδιών (Flouri, 2008), με λιγότερα προβλήματα συμπεριφοράς (Carlson, 2006), με υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο (Flouri & Buchanan, 2004) (Harris, n.d.). Ακόμα η συμμετοχή του πατέρα έχει οφέλη για τη συνολική ψυχική υγεία (Boyce et al., 2006, Dubowitz et al, 2001, αναφ. στο Harris, n.d). Για παράδειγμα, έρευνα των Coleman, Garfield & the Committee on Psychosocial Aspects of Child and Family Health, 2004 αναφέρει ότι η εμπλοκή του πατέρα στην ανάπτυξη του παιδιού έχει θετικά οφέλη στο παιδιατρικό έργο (αναφ. στο Sarkadi et al., 2008: 153). Η εμπλοκή του πατέρα μειώνει τη συχνότητα των προβλημάτων συμπεριφοράς στα αγόρια και ψυχολογικά προβλήματα των κοριτσιών (Sarkadi et al., 2008). Στην έρευνα των Flouri & Buchanan (2003) διαπιστώθηκε ότι η συμμετοχή του πατέρα στην ανάπτυξη των παιδιών είναι θετικά συσχετισμένη με την αντίστοιχη συμμετοχή της μητέρας. Ο Amato (1994) έδειξε ότι η εγγύτητα του πατέρα στο παιδί κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας του συνδέεται με την ψυχολογική ευημερία και την εκπαιδευτική και επαγγελματική κινητικότητά τους στην ενήλικη ζωή τους, ενώ αντίθετα η απουσία του είναι παράγοντας για χαμηλά επίπεδα ευζωίας σε παιδιά που μεγαλώνουν με τη μητέρα τους (αναφ. στο Flouri & Buchanan, 2003: 400).
 Από την άλλη, η εμπλοκή του πατέρα είναι σημαντική και για τους ίδιους τους πατέρες, γιατί η σχέση τους με το παιδί τους ενδυναμώνει για κάνουν θετικές σχέσεις στη ζωή τους, όπως το να είναι επαγγελματικά αποκαταστημένοι (Braman, 2004, Herman-Stahl et al., 2008, Nurse, 2002, αναφ. στο Pattnaik, 2012: 118). Αντίθετα, η Down (2011), η οποία μελέτησε την ευπάθεια των φροντιστών των παιδιών αναφέρει ότι η φροντίδα των παιδιών από τον πατέρα έχει και αρνητικές συνέπειες για τους ίδιους. Συγκεκριμένα, είναι δεδομένο ότι τα παιδιά είναι ευαίσθητα, γιατί χρειάζονται φροντίδα. Από την άλλη όμως αναφέρει ότι η εμπλοκή του πατέρα στα προβλήματα του παιδιού δείχνει ότι καθιστά τον ίδιο πιο ευαίσθητο, με την έννοια ότι είναι ευπαθής στο να διαχειρίζεται τον εργασιακό χρόνο του και μπορεί να μειωθεί η οικονομική του αυτάρκεια στο να παρέχει αυτή τη φροντίδα. Η ευπάθεια βέβαια είναι ένα θετικό χαρακτηριστικό, απαραίτητη για τη φροντίδα των άλλων. Η προώθηση αυτής της ευπάθειας-ευαισθησίας μέσω αναδιοργάνωσης της κρατικής πρόβλεψης για την ισορροπία εργασίας και οικογένειας είναι σημαντική κατά τη συγγραφέα για να προωθηθεί η άρση των εμποδίων από τις πολιτισμικές απόψεις για τον παραδοσιακό ρόλο του πατέρα (Dowd, 2011). Αυτοαναφορές πατέρων σε διάφορες δυτικές κοινωνίες δείχνουν ότι θέλουν να συμμετέχουν ενεργά στη ζωή των παιδιών τους, «να είναι εκεί» για τα παιδιά τους τα οποία είναι το πρώτο μέλημά τους (Sarkadi et al., 2008).
Άλλες έρευνες δείχνουν ότι η εμπλοκή δε φαίνεται επιθυμητό ή ακόμα και εφικτό. Η έρευνα για παράδειγμα των Κορωναίου, Πρεπούδης, Σιώτου & Τικταπανίδου (2006) έδειξε ότι το 1/4 των ανδρών θεωρούν ότι η ενασχόληση με τα παιδιά όταν είναι στο σπίτι αποτελεί για εκείνους πηγή άγχους. Επίσης, πηγές άγχους είναι οι υποχρεώσεις τους απέναντι στα παιδιά και ακόμα οι συμπεριφορές των παιδιών. Επίσης, μόνο στο 1/3 περίπου των ανδρών ο ελεύθερος χρόνος τους αφιερώνεται στην οικογένεια με παιχνίδι και δραστηριότητες για τα παιδιά, κλπ. Μεγαλύτερο εμπόδιο στην ενασχόληση αυτή για τα 4/5 περίπου του δείγματος είναι η έλλειψη χρόνου λόγω εργασίας.
Οι περιορισμοί της εμπλοκής του πατέρα στη ζωή του παιδιού είναι διάφοροι. Ένας περιορισμός είναι οι αξίες σχετικά με την ισότητα στην ανατροφή των παιδιών (Henwood and Procter’s, 2003). Εδώ εντάσσονται για παράδειγμα αντιλήψεις για τον κοινωνικό ρόλο του πατέρα (Wales, Henricson and colleagues, 2001), όπως είναι οι πεποιθήσεις για το ρόλο του ως προστάτη της οικογένειας (breadwinner) και οι πεποιθήσεις για την αποφυγή πραγμάτων που σχετίζονται με τα κορίτσια και τις γυναίκες (Coltrane, 2004, αναφ. στο Dowd, 2011: 1062). Έτσι ένας άντρας που δεν θα εφαρμόσει το πρότυπο της ισότητας στις δουλειές του σπιτιού και της ανατροφής των παιδιών το κάνει επειδή θα θεωρεί ότι μπορεί, ενώ αν επιλέξει να εμπλακεί περισσότερο με την οικογένειά του μπορεί να ανησυχεί ότι χάνει εργασιακό χρόνο ή ότι το ενδιαφέρον αυτό που δείχνει στην οικογένειά του τον κάνει να έχει λιγότερο ανδρισμό (masculinity) και, ως εκ τούτου, λιγότερο ικανό να είναι ο ιδανικός εργάτης (Doucet, 2006, αναφ. στο Dowd, 2011: 1062). Ο άντρας φαίνεται ότι θεωρεί ότι θα χάσει την ταυτότητά του αν μείνει στο σπίτι χωρίς εργασία (Doucet, αναφ. στο Dowd, 2011: 1062). Εμπόδια ακόμα είναι ο ελλιπής χρόνος λόγω εργασίας (Henwood and Procter, 2003) και πεποιθήσεις για έλλειψη εμπειρίας (Lamp, 1997) (Clark, 2009). Ακόμα εμποδίζουν παράγοντες όπως η οικογενειακή αστάθεια, η χρόνια φτώχεια, η κατάχρηση ουσιών, η έλλειψη εκπαιδευτικών και κοινωνικών πηγών και στηριγμάτων και η έκθεση σε βία και παραβατικότητα στο πλαίσιο της γειτονιάς (Pattnaik, 2012).

4. Η ενασχόληση του πατέρα με την σχολική επίδοση και την πρόοδο του παιδιού

Βασικό ρόλο στην εκπαιδευτική διαδικασία έχουν εκτός από τους εκπαιδευτικούς και οι γονείς. Έρευνες έχουν δείξει ότι η σχολική αποτυχία των παιδιών συνδέεται άμεσα με την εκπαίδευση, την οικονομική κατάσταση και την κοινωνική τάξη των γονιών τους. Έχει διαπιστωθεί επίσης ότι τα θετικά ακαδημαϊκά αποτελέσματα των παιδιών σχετίζονται και με τη γονεϊκή εμπλοκή (Feinstein και Symons, 1999, Georgiou, 1999, Keith, Reimers, Fehrmann, Pottebaum & Aubey, 1986, αναφ. στο Flouri & Buchanan, 2004: 141-142). Η ανάγκη λοιπόν της γονεϊκής εμπλοκής στην εκπαιδευτική διαδικασία δεν αποτελεί νέα διαπίστωση, αλλά αποτελεί αντικείμενο εκτεταμένης έρευνας τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτή η διαπίστωση ξεκινάει από τη δεκαετία του ’80, καθώς πλέον οι γονείς θεωρούνται συνεργάτες στην εκπαίδευση κι έτσι ο ρόλος τους διευρύνεται (Desforges & Abouchaar, 2003).
Η εμπλοκή αυτή εξετάζεται με διάφορες παραμέτρους· για παράδειγμα, η αύξηση της συχνότητας των ουσιαστικών επαφών μεταξύ εκπαιδευτικών και γονέων αυξάνει τη θετική στάση της μίας ομάδας προς την άλλη και η εκπαίδευση είναι περισσότερο αποτελεσματική, εάν συνοδεύεται από την υποστήριξη των γονέων στο σπίτι (Ermisch & Francesconi, 2001). Τα ακαδημαϊκά αποτελέσματα ερευνώνται με βάση συγκεκριμένες παραμέτρους· για παράδειγμα, μετρήσιμα «εκπαιδευτικά αγαθά» (educational goods) μπορεί να είναι η σχολική επίδοση και πρόοδος, οι καλές σχέσεις με τους εκπαιδευτικούς και τους συμμαθητές, ο γραμματισμός, η ακαδημαϊκή επιτυχία, κ.ά. Έρευνες στις οποίες εξετάζεται η εμπλοκή του πατέρα στη μόρφωση του παιδιού είναι περιορισμένες. Μόνο λίγες έρευνες τη διερευνούν και αυτή συγκριτικά με την εμπλοκή της μητέρας, οικογενειακή κατάσταση (αν υπάρχει γάμος ή όχι) και κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο.
Η σχέση της συμμετοχής του πατέρα στην ανάπτυξη των παιδιών επικεντρωμένα στη σχολική επίδοση και πρόοδο δεν έχει μελετηθεί λεπτομερώς (Nichols, 1994, αναφ. στο Clark, 2009: 5) και ακόμη περισσότερο η συμβολή του πατέρα στα μακροπρόθεσμα ακαδημαϊκά αποτελέσματα των παιδιών (Flouri & Buchanan, 2004). Οι έρευνες για το ρόλο του πατέρα για τη συμμετοχή του στη σχολική επίδοση και πρόοδο των παιδιών τους δείχνουν τα εξής: Η έρευνα των Flouri & Buchanan (2004) κατέληξε στο ότι η πρώιμη συμμετοχή του πατέρα στην εκπαίδευση των παιδιών μπορεί να έχει θετικά μακροπρόθεσμα αποτελέσματα. Η συμμετοχή των πατέρων έχει αυξηθεί από το 1970, ιδιαίτερα για τα παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών (O’Brien & Shemilt, 2003, αναφ. στο Desforges & Abouchaar, 2003: 4).
Έρευνα στις ΗΠΑ (National Center for Fathering, 2009) αναφέρει ότι, ενώ το 32% των πατέρων ποτέ δεν επισκέπτονται την τάξη του παιδιού τους και το 54% ποτέ δεν λειτουργεί εθελοντικά στο σχολείο, η τάση για την συμμετοχή τους είναι ανοδική. Την περασμένη δεκαετία το ποσοστό των πατέρων που πηγαίνουν το παιδί τους στο σχολείο έχει αυξηθεί από 38% σε 54%, συμμετέχουν σε εκδηλώσεις τάξης από 28% έως 35%, επισκέπτονται στην τάξη του παιδιού τους από 30% σε 41% και λειτουργούν εθελοντικά στο σχολείο του παιδιού τους από 20% έως 28%. Η παρακολούθηση των συνελεύσεων γονέων-καθηγητών κυμαίνεται από 69% σε 77%, παρίστανται στις συνεδριάσεις του σχολείου από 28% έως 35% και συμμετέχουν σε σχολικές συνεδριάσεις γονέων από 47% έως 59%. 
Άλλες έρευνες που αποτυπώνουν τη θετική σχέση μεταξύ εμπλοκής του πατέρα και εκπαιδευτικών αποτελεσμάτων των παιδιών είναι των Sarkadi et al. (2008), Flouri (2005), Pleck & Masciadrelli (2004). Στο Ηνωμένο Βασίλειο η πατρική εμπλοκή στην εκπαίδευση παιδιών 7-11 ετών συνδέθηκε με καλύτερες επιδόσεις σε εθνικές εξετάσεις όταν αυτά φτάνουν 16 ετών (Lewis, Newson & Newson, 1982) και με καλύτερο μορφωτικό επίπεδο στην ηλικία των 20 (Flouri & Buchanan, 2004). Η έρευνα των Κορωναίου κ.ά. (2006) στην Ελλάδα έδειξε ότι, όσον αφορά το ποιοι από τους γονείς επισκέπτονται το σχολείο για ενημέρωση της σχολικής προόδου του παιδιού, πάνω από το μισό των ερωτηθέντων πατέρων δηλώνουν ότι η μητέρα είναι αυτή που ασχολείται αποκλειστικά, το 1/4 δηλώνει ότι ασχολούνται και οι δύο γονείς και μόνο περίπου το 1/7 δηλώνει ότι ασχολούνται μόνο οι ίδιοι. Επίσης, ένα ποσοστό 2% δηλώνει ότι τη φροντίδα αυτή την έχουν αναλάβει άλλα συγγενικά άτομα.
Υπάρχουν στοιχεία, ωστόσο, μεγάλης διακύμανσης στα επίπεδα εμπλοκής των πατέρων, έτσι ώστε ακόμη και αν τα επίπεδα αυτά αυξήθηκαν κατά μέσο όρο, για ένα σημαντικό ποσοστό των πατέρων δεν καταγράφεται χρόνος καθημερινής αλληλεπίδρασης με τα παιδιά τους (Fisher, McCulloch & Gershuny, 1999, αναφ. στο Desforges & Abouchaar, 2003: 4). Αυτό το εύρημα είναι πιθανό να αντανακλά, εν μέρει, τις μεταβαλλόμενες δομές της οικογένειας (Desforges & Abouchaar, 2003). Για παράδειγμα, έχει διαπιστωθεί ότι οι πατέρες εξαιτίας θεσμικών πολιτικών δεν υποστηρίζονται να συμμετάσχουν στο διάβασμα των παιδιών τους (Sarkadi et al., 2008). Σε άλλη έρευνα (Peters, Seeds, Goldstein & Coleman, 2008, αναφ. στο Desforges & Abouchaar, 2003: 4) οι μητέρες φάνηκε πιο πιθανό από τους πατέρες ότι αισθάνονται να εμπλέκονται στην εκπαίδευση του παιδιού τους (53% έναντι 45%). Στην ίδια έρευνα σχεδόν το 70% των πατέρων θέλουν να συμμετέχουν περισσότερο στην εκπαίδευση του παιδιού τους. Στην ίδια έρευνα διαπιστώθηκε ότι οι πατέρες βοηθάνε λιγότερο συχνά στις σχολικές εργασίες από ό, τι οι μητέρες, διαφορά που όμως δεν ισχύει για τους γονείς που εργάζονται με πλήρες ωράριο. Άλλη έρευνα (Goldman, 2005, αναφ. στο Desforges & Abouchaar, 2003: 4) δείχνει ότι οι πατέρες εμπλέκονται (περισσότερο συχνά από ό, τι οι μητέρες) σε συγκεκριμένους τύπους εξωσχολικών δραστηριοτήτων των παιδιών τους, όπως κατασκευές και επιδιορθώσεις, χόμπι, υπολογιστές, μαθηματικά και φυσικό παιχνίδι.
Τελικά η ποιότητα και το περιεχόμενο της συμμετοχής των πατέρων έχει περισσότερο σημασία από ό, τι η ποσότητα του χρόνου που περνούν με τα παιδιά τους για τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα των παιδιών τους. Ειδικά για την ενασχόληση των πατέρων με τη σχολική επίδοση δείχνουν ότι διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στην εξασφάλιση θετικών αποτελεσμάτων στην εκπαίδευση των παιδιών τους.
Υπάρχουν ενδείξεις ότι το ενδιαφέρον των πατέρων και η συμμετοχή τους στην μάθηση των παιδιών τους (συγκεκριμένα μετρήθηκε ως «ενδιαφέρον» στην εκπαίδευση, στη σχολική επιτυχία και το διάβασμα του παιδιού), σχετίζεται στατιστικά με καλύτερα εκπαιδευτικά αποτελέσματα. Τα αποτελέσματα αυτά περιλαμβάνουν: α. καλύτερα αποτελέσματα εξετάσεων, υψηλότερο επίπεδο εκπαιδευτικών δεξιοτήτων, μεγαλύτερη πρόοδο στο σχολείο, υψηλότερες εκπαιδευτικές προσδοκίες β. πιο θετική στάση (π.χ. απόλαυση) και καλύτερη συμπεριφορά στο σχολείο. Τα αποτελέσματα αυτά ισχύουν για διάφορους τύπους οικογενειών, περιλαμβάνοντας οικογένειες με δύο γονείς, μονογονεϊκές και παιδιά με πατέρες εκτός χώρας, αλλά παρουσιάζουν μερικές διαφορές ανάλογα με τον τύπο αυτό της οικογένειας. Η συμμετοχή του πατέρα είναι σημαντική για την εκπαίδευση του παιδιού όχι μόνο στην πρωτοβάθμια, αλλά και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και ανεξάρτητα από το φύλο του παιδιού.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 

ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗ: 
Γιούλτσης, Β. Ι. (1997). Γενική Κοινωνιολογία. (5η εκδ.). Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη.
Κορωναίου, Α., Πρεπούδης, Χ., Σιώτου, Α. & Τικταπανίδου, Α. (2006). Ο ρόλος των πατέρων στην εξισσορόπηση της επαγγελματικής και οικογενειακής-προσωπικής ζωής. ΚΕΘΙ. Διαθέσιμο στο http://www.kethi.gr/attachments/128_PERILIPSH_POLOS_PATERWN_EXISOPPOPISH.pdf. Κορώσης, Κ. (2003). Πατέρας και παιδί. Αθήνα: Ατραπός.
Μακρή-Μπότσαρη, E. (2008). Σύγχρονα προβλήματα εφηβείας. Παιδαγωγική επιμόρφωση εκπαιδευτικών του ΟΑΕΔ. Διαθέσιμο στο http://repository.edulll.gr/edulll/retrieve/3688/1090_01_oaed_enotita03b_v03.pdf.
Μουσούρου, Λ. Μ. (1989). Κοινωνιολογία της σύγχρονης οικογένειας. Αθήνα: Gutenberg. Φαίδωνος, Φ. (2012). Σχολικός εκφοβισμός και θυματοποίηση: ο ρόλος της γονικής συμπεριφοράς και των παιδικών προβλημάτων εσωτερίκευσης σε ένα διαχρονικό μοντέλο. Πανεπιστήμιο Κύπρου. Σχολή Κοινωνικών Επιστημών και Επιστημών Αγωγής. Διαθέσιμο στο http://hdl.handle.net/10797/5760.
Χατζηχαλέπλη, Ν. (2010). Πρακτική αντιμετώπιση παιδιών με προβλήματα συμπεριφοράς. Ο Τύπος της Αττικής, 10.

ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ: 
Clark, C. (2009). Why Fathers Matter to Their Children's Literacy. National Literacy Trust.
Desforges, C., & Abouchaar, A. (2003). The impact of parental involvement, parental support and family education on pupil achievement and adjustment: A review of literature. London: DfES Publications.
Dowd, N. E. (2011). Fatherhood and Equality: Reconfiguring Masculinities.Suffolk UL Rev., 45, 1047.
Ermisch, J., & Francesconi, M. (2001). Family matters: Impacts of family background on educational attainments. Economica, 68(270), 137-156.
Fagan, J., & Barnett, M. (2003). The relationship between maternal gatekeeping, paternal competence, mothers' attitudes about the father role, and father involvement. Journal of Family Issues, 24(8), 1020-1043.
Flouri, E. (2008). Fathering and adolescents’ psychological adjustment: The role of fathers’ involvement, residence and biology status. Child: Care, Health and Development, 34(2), 152-161.
Flouri, E. (2005). Fathering & Child Outcomes. Chichester, West Sussex: John Wiley & Sons. 
Flouri, E., & Buchanan, A. (2004). Early Father's and Mother's Involvement and Child's Later Educational Outcomes. British Journal of Educational Psychology,74(2), 141-153.
Flouri, E., & Buchanan, A. (2003). The Role of Father Involvement and Mother Involvement in Adolescents' Psychological Well‐being. British Journal of Social Work, 33(3), 399-406.
Floyd, F. J., & Gallagher, E. M. (1997). Parental stress, care demands, and use of support services for school-age children with disabilities and behavior problems. Family Relations, 359-371. Harris, R. D. (n.d.). A Meta-Analysis on Father Involvement and Early Childhood Social- Emotional Development, NY UNIV. Διαθέσιμο στο http://steinhardt.nyu.edu/opus/issues/2010/spring/father_childhood_development.
Lewis, C., Newson, L J., & Newson, E. (1982). Father participation through childhood. In N. Beail & J. McGuire (eds.), Fathers: Psychological Perspectives. London: Junction.
Michael, M. G., Arnold, K. D., Magliocca, L. A., & Miller, S. (1992). Influences on teachers' attitudes of the parents' role as collaborator. Remedial and special education, 13(2), 24-30.
National Center for Fathering (2009). Survey of fathers’ involvement in their children’s learning. Περίληψη διαθέσιμη στο: http://www.fathers.com/documents/research/2009_Education_Survey_Summary.pdf. Pattnaik, J. (2012).
Father Involvement in Young Children’s Lives: A Global Analysis (Vol. 6). Springer. Pleck, J.H. (2010).
Paternal involvement: revised conceptualization and theoretical linkages with child outcomes. In M.E. Lamb (ed.), The Role of the Father in Child Development (5th ed.). Hoboken NJ: John Wiley & Sons. 
Pruett, K. D. (1987). The nurturing father: Journey toward the complete man. Warner Books.
Sarkadi, A., Kristiansson, R., Oberklaid, F., & Bremberg, S. (2008). Fathers' involvement and children's developmental outcomes: a systematic review of longitudinal studies. Acta Paediatrica, 97(2), 153-158. Tasch, R. J. (1952). The role of the father in the family. Journal of Experimental Education.
back to top