18 Νοεμβρίου 2011

Τι έκανες στο Σύνταγμα, φωτογράφε;- συνέντευξη με 7 μαχόμενους φωτορεπόρτερ


Αναδημοσίευση από "Το Βήμα": http://www.tovima.gr/vimagazino/views/article/?aid=423564
Tην Τετάρτη (5/10) στο Σύνταγμα, έγιναν επεισόδια στα οποία, μεταξύ άλλων, ΜΑΤ επιτέθηκαν σε φωτορεπόρτερ. Επτά φωτογράφοι μίλησαν για την εμπειρία τού να εργάζεσαι μέσα σε φωτιές και χημικά.
«Τον τελευταίο καιρό, καθώς η δουλειά στην Ελλάδα γίνεται όλο και πιο απαιτητική, το Γαλλικό Πρακτορείο συχνά φέρνει συναδέλφους από το εξωτερικό για να βοηθήσουν την κατάσταση. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι μπαρουτοκαπνισμένοι φωτογράφοι, άνθρωποι που έχουν ζήσει πολέμους, συρράξεις, εξεγέρσεις. Στο τέλος της αθηναϊκής εμπειρίας τους, ομολογούν ότι στην Αθήνα φοβήθηκαν περισσότερο από ποτέ. Δεν είναι υπερβολή: σε έναν πόλεμο ξέρεις ακριβώς τι γίνεται, πού είναι ο εχθρός, πού είναι η ουδέτερη ζώνη, πού κρύβεται ο κίνδυνος. Στο Σύνταγμα υπάρχουν στιγμές που δεν ξέρεις τι ακριβώς συμβαίνει, από πού θα σου έρθει μια πέτρα ή ένα κλομπ. Είσαι ο εχθρός όλων, ένας “κακός δημοσιογράφος”. Αλλά πρέπει να είσαι εκεί.

Δουλεύω από το 1997. Η τελευταία αποστολή μου ήταν στη Λιβύη. Εχω μια αρχή: Δεν πρέπει να εμπλέκεσαι συναισθηματικά. Απαγορεύεται. Μπορεί να έχω διάφορα στο μυαλό μου, αλλά την ώρα της δουλειάς αφήνω στην άκρη κάθε σκέψη και προσπαθώ να καταγράψω την πραγματικότητα. Ασφαλώς και φοβάμαι. Αλλά όλα τα συναισθήματα μου βγαίνουν όταν γυρνάω σπίτι μου.

Η “καλή φωτογραφία” είναι σχετική υπόθεση. Δεν μπορώ να είμαι περήφανος για μια εικόνα μου, όταν βλέπω πως γύρω μου ο ένας δέρνει τον άλλον, όταν γίνεται τέτοιου είδους πόλεμος. Χωρίς κράνος και μάσκα, δεν γίνεται να δουλέψεις πια. Μπορεί να σε δυσκολεύει στη δουλειά, αλλά χωρίς τον εξοπλισμό δεν μπορείς να αναπνεύσεις και είσαι εντελώς εκτεθειμένος. Τη γουστάρω τη δουλειά μου, γιατί με αυτή δείχνω την πιο ρεαλιστική εκδοχή της πραγματικότητας. Η φωτογραφία, αυτού του είδους η φωτογραφία τουλάχιστον, δεν μπορεί να πει ψέματα. Ακόμη και αν η αλήθεια που διηγείται είναι δυσάρεστη, είναι η μοναδική αλήθεια».

                                                                            

Μυρτώ Παπαδοπούλου, freelancer

«Δεν είμαι φωτογράφος πορειών, δεν είμαι συνηθισμένη στην ένταση. Αλλά όλες αυτές τις ημέρες ένιωθα την ανάγκη να είμαι εκεί, στο Σύνταγμα, στις πορείες, στα επεισόδια. Είναι κάτι που νιώθω ως ιστορία της χώρας μου, κάτι που πολλά χρόνια αργότερα θα είναι μια ιστορική αφήγηση την οποία θέλω να έχω φωτογραφίσει.

Τον Δεκέμβριο του 2008 είχα επιστρέψει στην Αθήνα για λίγες ημέρες από την Ιταλία όπου ζούσα και βρέθηκα ξαφνικά στις εικόνες καταστροφής της πόλης μου. Εκεί έζησα τις πρώτες βίαιες εμπειρίες, περισσότερο ως παρατηρητής.

Τις ημέρες της έντασης ήμουν με μια ιταλίδα δημοσιογράφο που προσπαθούσε να ανακαλύψει ένα κομμάτι της ελληνικής πραγματικότητας. Είχε ενδιαφέρον να παρακολουθώ τις αντιδράσεις της, δεδομένου ότι αυτή είχε μια “παρθένα” ματιά απέναντι στα πράγματα. Της βγήκε πάθος, ένταση, φόβος και απορία. Το πάθος και η ένταση από την αδρεναλίνη, ο φόβος από τη χημική ατμόσφαιρα και η απορία από την ανήθικη, παράλογη και απίστευτα επιθετική συμπεριφορά της Αστυνομίας. Δεν ήμασταν εξοπλισμένες κατάλληλα, δεν είχαμε επαγγελματικές μάσκες, απλώς βρήκαμε μια χειρουργική μάσκα και Maalox για το πρόσωπο. Φωτογραφικά ήμουν χαμένη, δεν καταλάβαινα καν τι συνέβαινε γύρω μου, απλώς φωτογράφιζα κλαίγοντας. Λίγο αργότερα, την ώρα που στο Σύνταγμα καιγόταν ο τόπος, στην πλατεία Καρύτση υπήρχε κόσμος που έπινε καφέ. Αυτές οι αστικές εικόνες είναι από τα πιο περίεργα πράγματα που μπορεί να συναντήσει κανείς, ίσως και παγκοσμίως».

                                                    

Αγγελος Χριστοφιλόπουλος, Fos Photos

«Αν με τρομάζει κάτι περισσότερο από μια δύσκολη μέρα σε μια πορεία, είναι η εξοικείωση με τη βία. Το γεγονός ότι φωτογραφίες με καπνούς, χημικά, ανθρώπους στο έδαφος στο κέντρο της Αθήνας, έχει γίνει πλέον συνήθεια. Το μάτι συνηθίζει, αποκτά ανεκτικότητα και το κατατάσσει σαν κάτι το φυσιολογικό. Η ανοχή σε τέτοιες εικόνες, επειδή είναι όλο και πιο συχνές, είναι το πιο φρικιαστικό.

Η δουλειά αλλάζει. Πλέον, εκτός από εμάς τους επαγγελματίες φωτογράφους, οι εικόνες που διαχέονται στο Ιnternet από ερασιτέχνες φωτογράφους είναι χιλιάδες. Αυτό είναι μόνο καλό. Οχι μόνο από άποψη ντοκουμέντων ανομίας και βίας, αλλά και γιατί η κατάσταση, η ωμή πραγματικότητα, βγαίνει προς τα έξω μαζικά. Αρκεί να μην τη συνηθίσουμε.

Δουλεύω περισσότερα από δέκα χρόνια ως φωτογράφος. Κάνω άλλου είδους φωτογραφική δουλειά, θεατρικά, πορτρέτα, καλλιτεχνικές εικόνες. Αλλά θεωρούσα πάντα υποχρέωση και ανάγκη μου να απεικονίζω την πραγματικότητα της εποχής. Το να προσπαθείς να δουλέψεις σε τέτοιες καταστάσεις δεν είναι εύκολο. Δεν βρίσκομαι ποτέ πίσω από τα ΜΑΤ, πάντα μαζί με τον κόσμο. Πολλές φορές δέχομαι αποδοκιμασίες για τη δουλειά που κάνω, κάτι που μπορώ να κατανοήσω.

Προσπαθώ να είμαι αντικειμενικός. Δεν είναι εύκολη κατάσταση. Οταν βλέπεις ηλικιωμένους ή νεαρά κορίτσια να τρώνε ξύλο, δεν είναι εύκολο να μείνεις ουδέτερος, βιώνεις μια μάχη. Ασφαλώς φοβάμαι, αλλά το αφήνω στην άκρη για να μπορέσω να καταγράψω ό,τι συμβαίνει γύρω μου. Αυτό είναι το πιο σημαντικό».

                                                             

Αγγελος Τζωρτζίνης, περιοδικό «TIME»

«Φλερτάρουμε με τον θάνατο. Οχι εμείς, ως φωτογράφοι, ως λαός. Σε μια μελλοντική πορεία – αν συνεχιστεί η κατάσταση με τέτοια ένταση, με τέτοια ανευθυνότητα, με τέτοιες πρακτικές από την Αστυνομία – είναι θέμα χρόνου και συγκυρίας να θρηνήσουμε νεκρούς σε ένα αθηναϊκό πεζοδρόμιο.

Πρέπει να είσαι αντικειμενικός όταν δουλεύεις. Μπορεί να είσαι στην καρδιά της μάχης, να δέχεσαι επίθεση από αστυνομικούς και διαδηλωτές – και οι δύο σε αντιμετωπίζουν σαν εχθρό –, αλλά πρέπει να παραμείνεις ψύχραιμος. Δεν είναι εύκολο, ούτε το καταφέρνω πάντα.

Δεν το θεωρώ ακριβώς δουλειά. Ολοι συμμετέχουμε. Ακόμη και αν δεν έχεις χρόνο να φιλτράρεις τα γεγονότα, δεν γίνεται να μη δουλέψει το κριτήριό σου. Μου αρέσει η αδρεναλίνη και μου αρέσει εκείνη τη στιγμή να καταφέρνω να ξεχωρίσω το σημαντικό και να το καταγράφω.

Σίγουρα φοβάμαι, ίσως και περισσότερο από ό,τι στη Λιβύη ή στην Αίγυπτο, αλλά πρόκειται για μια δουλειά που σε κρατά ζωντανό. Αλλά μετά, γυρνώντας σπίτι, δεν μπορεί να μη σκεφτείς το αδιέξοδο του πράγματος. Οτι μπορεί να ζεις ενεργά ένα μέρος της ιστορίας, αλλά όλα αυτά σε μια κατάσταση που δεν έχει μέλλον: Σε μια εποχή που, χωρίς καμία λογική και από τις δύο πλευρές, οδηγείται μόνο σε καταστροφή, βία και χημεία. Αν δεν αλλάξουμε εμείς, θα ζούμε την ίδια ρουτίνα της βίας, απλώς όλο και πιο έντονη».

                                                               

      Μάρω Κουρή, freelancer

«Τα συναισθήματά σου πρέπει να τα αποκλείεις. Οταν φωτογραφίζω μέσα σε καταστάσεις χάους, είμαι παρατηρητής. Δεν είναι συναίσθημα το να βλέπεις την αδικία και να την καταγράφεις. Είναι δουλειά. Αν παρασυρθείς, θα χάσεις το νόημα.

Ο φόβος είναι εκεί, δεν γίνεται αλλιώς. Εχω ταξιδέψει στις πιο φτωχές γειτονιές του πλανήτη, με έχει απειλήσει ένας μαφιόζος στο Γιοχάνεσμπουργκ, έχω ζήσει ακραίες καταστάσεις. Αλλά φόβος μπορεί να υπάρχει και στην πλατεία Συντάγματος. Τις προάλλες, στη συμβολή των οδών Φιλελλήνων και Οθωνος, είχαν τελειώσει – προσωρινά – τα χημικά στους αστυνομικούς. Ενώ αντάλλασσαν πέτρες και μάρμαρα με τους διαδηλωτές, κάποιος από αυτούς έρχεται κοντά μου και μου λέει “θα σε βρω μετά εσένα”. Φοβήθηκα. Είναι η μοίρα του φωτογράφου να τον θεωρούν έναν “κακό δημοσιογράφο”, που είναι εχθρός και του αστυνομικού και του διαδηλωτή. Πολλές φορές μάς φωνάζουν “εδώ ο κόσμος καίγεται και εσείς έρχεστε να βγάλετε λεφτά;”. Αν ήξεραν πόσα λεφτά βγάζουμε, μάλλον δεν θα το έλεγαν.

Ακόμη και μέσα σε αυτές τις συνθήκες, πιστεύω πως μπορείς να κάνεις τέχνη. Το φωτορεπορτάζ είναι ειδησεογραφία, αλλά το καλό φωτορεπορτάζ μπορεί να είναι και τέχνη. Πριν από λίγο καιρό ήμουν στην Τυνησία, κάλυπτα τα γεγονότα, τη συμπεριφορά της αστυνομίας, την ένταση. Τις προηγούμενες ημέρες, μέσα στον πανικό, σκέφτηκα ότι δεν διαφέρει και πολύ η κατάσταση από τα δικά μας...».


                                                          

Γκαμπριέλε Μικαλίτσι, «New York Times»

«Πριν από λίγους μήνες, στην Αίγυπτο, κατά τη διάρκεια των ταραχών, κάποιος από τους χιλιάδες παρακρατικούς πρώην φυλακισμένους, που υπερασπίζονταν το καθεστώς Μουμπάρακ, πήγε να με μαχαιρώσει. Ευτυχώς αντέδρασα γρήγορα, τον απέφυγα και, με τη βοήθεια άλλων διαδηλωτών, γλίτωσα. Στην Αθήνα βρέθηκα μπροστά σε μια μάχη ενός αναρχικού με έναν αστυνομικό. Κάποια στιγμή ο αναρχικός τράπηκε σε φυγή και ο αστυνομικός προσπάθησε να τον πιάσει. Επειδή όμως ο αντίπαλός του ήταν πιο γρήγορος, ξέσπασε στον πρώτο που βρήκε μπροστά του: εμένα. Επιχείρησα να απομακρυνθώ από το σημείο, σηκώνοντας τα χέρια και φωνάζοντας “φωτογράφος”. Εκείνη την ώρα με χτύπησε. Αν με ενόχλησε κάτι, ήταν ότι με χτύπησε όταν γύρισα την πλάτη μου. Εκτός από το ότι δεν ήμουν “εχθρός”, εκτός από το ότι ήμουν άοπλος, σε μια μάχη το χτύπημα πισώπλατα είναι άνανδρο.

Παρ’ όλα αυτά, στα μάτια μου η κατάσταση στην Ελλάδα δεν έχει σχέση με την Αίγυπτο ή την Τυνησία. Εκεί η επανάσταση είναι πραγματικά ζήτημα επιβίωσης, εδώ η δική σας εξέγερση είναι θέμα καλύτερου τρόπου ζωής. Σίγουρα υπάρχει αδικία, σίγουρα υπάρχει κίνητρο για να ξεσηκωθείς, αλλά δεν είναι το ίδιο με το να μην έχεις να φας. Το ξέρω καλά, επειδή προέρχομαι από την Ιταλία όπου – πιστέψτε με – έχουμε επίσης χιλιάδες λόγους να ξεσηκωθούμε, αλλά ακόμη δεν γίνεται τίποτε, προφανώς γιατί δεν απειλούμαστε ακόμη άμεσα.

Η άποψή μου είναι ότι όλη αυτή η ένταση δημιουργείται επειδή κάποιοι τη θέλουν. Υπήρχαν διαδηλωτές με ειρηνικές διαθέσεις, υπήρχαν και οι αναρχικοί που ήθελαν απλώς καταστροφές και υπήρχε και η Αστυνομία που λειτουργούσε επιθετικά. Ενώ είχαν τον έλεγχο της κατάστασης, χρησιμοποιούσαν υπερβολική – ίσως εκφοβιστική – βία. Σημαντική διάφορα με την Αίγυπτο και την Τυνησία είναι και η ποιότητα των χημικών. Εκεί είναι απλά δακρυγόνα. Αυτά που έχει η ελληνική αστυνομία είναι μια άλλη, πολύ πιο εξελιγμένη ποιότητα που δεν ξέρω τι έχουν ως συστατικό, αλλά μάλλον είναι ό,τι πιο σύγχρονο κυκλοφορεί στην αγορά».

                                                          

Πέτρος Γιαννακούρης, Associated Press

«Εικόνα από το κέντρο της πόλης: Την προηγούμενη εβδομάδα, την ώρα που η βία ξεπερνούσε κάθε όριο, την ώρα που τα χημικά έπνιγαν ανθρώπους, την ώρα που άλλοι έτρεχαν να κρυφτούν από τις πέτρες και άλλοι έτρεχαν να βρουν κάπου καθαρό αέρα να αναπνεύσουν, ταυτόχρονα, την ίδια στιγμή, ακουγόταν μουσική. Ενας μαυροντυμένος λυράρης στο κέντρο της πλατείας Συντάγματος έπαιζε παραδοσιακή κρητική μουσική σε μια προσπάθεια να ηρεμήσει τα πνεύματα. Ξύλο μετά μουσικής…

Για ένα δευτερόλεπτο σκέφτηκα ότι αυτή η εικόνα δεν είναι «φυσιολογική». Μόνο για ένα δευτερόλεπτο, εξάλλου οι συνθήκες δεν σου αφήνουν περισσότερο χρόνο. Πρέπει να δουλέψεις τη στιγμή που άλλοι τρέχουν για να σωθούν. Αυτό είναι το καθήκον σου, να μεταφέρεις με τον δικό σου τρόπο, με τη δική σου ματιά, με το δικό σου «κλικ», αυτό που συμβαίνει γύρω σου. Δεν τραβάω μηχανικά φωτογραφίες μέσα σε τόσο ακραίες καταστάσεις. Ξέρω ακριβώς που βρίσκομαι, τι κάνω, ξέρω τους κινδύνους και παίρνω τα ρίσκα μου. Προσπαθώ να είμαι συγκεντρωμένος και ήρεμος, Αλλά κάθε φορά νιώθεις φόβο. Είναι καλό να φοβάσαι. Οσες φορές την έχω πατήσει είναι από έλλειψη φόβου.

Οταν ψηφιζόταν το Μεσοπρόθεσμο, η κατάσταση δεν ήταν απλά τεταμένη, ξεπέρασε τα όρια. Την Τρίτη και την Τετάρτη δουλεύαμε από 15 ώρες την ημέρα, σε πολύ δύσκολες συνθήκες, συνθήκες που δεν δικαιολογούνται σε μια πολιτισμένη χώρα. Είδα στην πλατεία Συντάγματος πολλούς γνωστούς μου. Ανθρώπους που δεν συνηθίζουν να πηγαίνουν σε διαδηλώσεις και σίγουρα μιλάω για ανθρώπους που δεν βγαίνουν στους δρόμους για να πετάξουν πέτρες. Και όμως ήταν εκεί.

Φωτογραφίζω στους δρόμους από το 1996. Εχω κάνει διάφορες αποστολές, στο Ιράκ μόνο έχω πάει επτά φορές. Εχω δει τη βία, την εξαθλίωση, την αδικία, τον θάνατο. Εκεί πολεμούν διότι έννοιες όπως “ανθρώπινη ζωή”, “επιβίωση”, “δικαιοσύνη” έχουν χάσει την αξία τους μέσα την τραγικότητα των γεγονότων. Λυπάμαι όταν βλέπω τέτοιες εικόνες και στη χώρα μου. Είναι παράλογο. Δεν θέλω άλλο αίμα, άλλο ξύλο, άλλα δακρυγόνα. Εχω βαρεθεί τόση βία, την έχω δει τόσες φορές μπροστά μου, που, όταν τη ζω στη χώρα μου, νιώθω άσχημα. Ο φόβος μου κατά τη διάρκεια των επεισοδίων είναι ότι κάποια στιγμή μπορεί να υπάρξει νεκρός. Αν συνεχιστεί έτσι η ιστορία, είναι απλώς θέμα χρόνου».

* Αυτό το ρεπορτάζ δημοσιεύτηκε στο ΒΗMagazino στις 10 Ιουλίου 2011


Αρης Μεσσήνης, AFP
«Τον τελευταίο καιρό, καθώς η δουλειά στην Ελλάδα γίνεται όλο και πιο απαιτητική, το Γαλλικό Πρακτορείο συχνά φέρνει συναδέλφους από το εξωτερικό για να βοηθήσουν την κατάσταση. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι μπαρουτοκαπνισμένοι φωτογράφοι, άνθρωποι που έχουν ζήσει πολέμους, συρράξεις, εξεγέρσεις. Στο τέλος της αθηναϊκής εμπειρίας τους, ομολογούν ότι στην Αθήνα φοβήθηκαν περισσότερο από ποτέ. Δεν είναι υπερβολή: σε έναν πόλεμο ξέρεις ακριβώς τι γίνεται, πού είναι ο εχθρός, πού είναι η ουδέτερη ζώνη, πού κρύβεται ο κίνδυνος. Στο Σύνταγμα υπάρχουν στιγμές που δεν ξέρεις τι ακριβώς συμβαίνει, από πού θα σου έρθει μια πέτρα ή ένα κλομπ. Είσαι ο εχθρός όλων, ένας “κακός δημοσιογράφος”. Αλλά πρέπει να είσαι εκεί.
Δουλεύω από το 1997. Η τελευταία αποστολή μου ήταν στη Λιβύη. Εχω μια αρχή: Δεν πρέπει να εμπλέκεσαι συναισθηματικά. Απαγορεύεται. Μπορεί να έχω διάφορα στο μυαλό μου, αλλά την ώρα της δουλειάς αφήνω στην άκρη κάθε σκέψη και προσπαθώ να καταγράψω την πραγματικότητα. Ασφαλώς και φοβάμαι. Αλλά όλα τα συναισθήματα μου βγαίνουν όταν γυρνάω σπίτι μου.
Η “καλή φωτογραφία” είναι σχετική υπόθεση. Δεν μπορώ να είμαι περήφανος για μια εικόνα μου, όταν βλέπω πως γύρω μου ο ένας δέρνει τον άλλον, όταν γίνεται τέτοιου είδους πόλεμος. Χωρίς κράνος και μάσκα, δεν γίνεται να δουλέψεις πια. Μπορεί να σε δυσκολεύει στη δουλειά, αλλά χωρίς τον εξοπλισμό δεν μπορείς να αναπνεύσεις και είσαι εντελώς εκτεθειμένος. Τη γουστάρω τη δουλειά μου, γιατί με αυτή δείχνω την πιο ρεαλιστική εκδοχή της πραγματικότητας. Η φωτογραφία, αυτού του είδους η φωτογραφία τουλάχιστον, δεν μπορεί να πει ψέματα. Ακόμη και αν η αλήθεια που διηγείται είναι δυσάρεστη, είναι η μοναδική αλήθεια».
                                                                            
Μυρτώ Παπαδοπούλου, freelancer 
«Δεν είμαι φωτογράφος πορειών, δεν είμαι συνηθισμένη στην ένταση. Αλλά όλες αυτές τις ημέρες ένιωθα την ανάγκη να είμαι εκεί, στο Σύνταγμα, στις πορείες, στα επεισόδια. Είναι κάτι που νιώθω ως ιστορία της χώρας μου, κάτι που πολλά χρόνια αργότερα θα είναι μια ιστορική αφήγηση την οποία θέλω να έχω φωτογραφίσει.
Τον Δεκέμβριο του 2008 είχα επιστρέψει στην Αθήνα για λίγες ημέρες από την Ιταλία όπου ζούσα και βρέθηκα ξαφνικά στις εικόνες καταστροφής της πόλης μου. Εκεί έζησα τις πρώτες βίαιες εμπειρίες, περισσότερο ως παρατηρητής.
Τις ημέρες της έντασης ήμουν με μια ιταλίδα δημοσιογράφο που προσπαθούσε να ανακαλύψει ένα κομμάτι της ελληνικής πραγματικότητας. Είχε ενδιαφέρον να παρακολουθώ τις αντιδράσεις της, δεδομένου ότι αυτή είχε μια “παρθένα” ματιά απέναντι στα πράγματα. Της βγήκε πάθος, ένταση, φόβος και απορία. Το πάθος και η ένταση από την αδρεναλίνη, ο φόβος από τη χημική ατμόσφαιρα και η απορία από την ανήθικη, παράλογη και απίστευτα επιθετική συμπεριφορά της Αστυνομίας. Δεν ήμασταν εξοπλισμένες κατάλληλα, δεν είχαμε επαγγελματικές μάσκες, απλώς βρήκαμε μια χειρουργική μάσκα και Maalox για το πρόσωπο. Φωτογραφικά ήμουν χαμένη, δεν καταλάβαινα καν τι συνέβαινε γύρω μου, απλώς φωτογράφιζα κλαίγοντας. Λίγο αργότερα, την ώρα που στο Σύνταγμα καιγόταν ο τόπος, στην πλατεία Καρύτση υπήρχε κόσμος που έπινε καφέ. Αυτές οι αστικές εικόνες είναι από τα πιο περίεργα πράγματα που μπορεί να συναντήσει κανείς, ίσως και παγκοσμίως». 
                                                     
Αγγελος Χριστοφιλόπουλος, Fos Photos 
«Αν με τρομάζει κάτι περισσότερο από μια δύσκολη μέρα σε μια πορεία, είναι η εξοικείωση με τη βία. Το γεγονός ότι φωτογραφίες με καπνούς, χημικά, ανθρώπους στο έδαφος στο κέντρο της Αθήνας, έχει γίνει πλέον συνήθεια. Το μάτι συνηθίζει, αποκτά ανεκτικότητα και το κατατάσσει σαν κάτι το φυσιολογικό. Η ανοχή σε τέτοιες εικόνες, επειδή είναι όλο και πιο συχνές, είναι το πιο φρικιαστικό.
Η δουλειά αλλάζει. Πλέον, εκτός από εμάς τους επαγγελματίες φωτογράφους, οι εικόνες που διαχέονται στο Ιnternet από ερασιτέχνες φωτογράφους είναι χιλιάδες. Αυτό είναι μόνο καλό. Οχι μόνο από άποψη ντοκουμέντων ανομίας και βίας, αλλά και γιατί η κατάσταση, η ωμή πραγματικότητα, βγαίνει προς τα έξω μαζικά. Αρκεί να μην τη συνηθίσουμε.
Δουλεύω περισσότερα από δέκα χρόνια ως φωτογράφος. Κάνω άλλου είδους φωτογραφική δουλειά, θεατρικά, πορτρέτα, καλλιτεχνικές εικόνες. Αλλά θεωρούσα πάντα υποχρέωση και ανάγκη μου να απεικονίζω την πραγματικότητα της εποχής. Το να προσπαθείς να δουλέψεις σε τέτοιες καταστάσεις δεν είναι εύκολο. Δεν βρίσκομαι ποτέ πίσω από τα ΜΑΤ, πάντα μαζί με τον κόσμο. Πολλές φορές δέχομαι αποδοκιμασίες για τη δουλειά που κάνω, κάτι που μπορώ να κατανοήσω.
Προσπαθώ να είμαι αντικειμενικός. Δεν είναι εύκολη κατάσταση. Οταν βλέπεις ηλικιωμένους ή νεαρά κορίτσια να τρώνε ξύλο, δεν είναι εύκολο να μείνεις ουδέτερος, βιώνεις μια μάχη. Ασφαλώς φοβάμαι, αλλά το αφήνω στην άκρη για να μπορέσω να καταγράψω ό,τι συμβαίνει γύρω μου. Αυτό είναι το πιο σημαντικό».
                                                             
Αγγελος Τζωρτζίνης, περιοδικό «TIME» 
«Φλερτάρουμε με τον θάνατο. Οχι εμείς, ως φωτογράφοι, ως λαός. Σε μια μελλοντική πορεία – αν συνεχιστεί η κατάσταση με τέτοια ένταση, με τέτοια ανευθυνότητα, με τέτοιες πρακτικές από την Αστυνομία – είναι θέμα χρόνου και συγκυρίας να θρηνήσουμε νεκρούς σε ένα αθηναϊκό πεζοδρόμιο.
Πρέπει να είσαι αντικειμενικός όταν δουλεύεις. Μπορεί να είσαι στην καρδιά της μάχης, να δέχεσαι επίθεση από αστυνομικούς και διαδηλωτές – και οι δύο σε αντιμετωπίζουν σαν εχθρό –, αλλά πρέπει να παραμείνεις ψύχραιμος. Δεν είναι εύκολο, ούτε το καταφέρνω πάντα.
Δεν το θεωρώ ακριβώς δουλειά. Ολοι συμμετέχουμε. Ακόμη και αν δεν έχεις χρόνο να φιλτράρεις τα γεγονότα, δεν γίνεται να μη δουλέψει το κριτήριό σου. Μου αρέσει η αδρεναλίνη και μου αρέσει εκείνη τη στιγμή να καταφέρνω να ξεχωρίσω το σημαντικό και να το καταγράφω.
Σίγουρα φοβάμαι, ίσως και περισσότερο από ό,τι στη Λιβύη ή στην Αίγυπτο, αλλά πρόκειται για μια δουλειά που σε κρατά ζωντανό. Αλλά μετά, γυρνώντας σπίτι, δεν μπορεί να μη σκεφτείς το αδιέξοδο του πράγματος. Οτι μπορεί να ζεις ενεργά ένα μέρος της ιστορίας, αλλά όλα αυτά σε μια κατάσταση που δεν έχει μέλλον: Σε μια εποχή που, χωρίς καμία λογική και από τις δύο πλευρές, οδηγείται μόνο σε καταστροφή, βία και χημεία. Αν δεν αλλάξουμε εμείς, θα ζούμε την ίδια ρουτίνα της βίας, απλώς όλο και πιο έντονη».
                                                               
      Μάρω Κουρή, freelancer 
«Τα συναισθήματά σου πρέπει να τα αποκλείεις. Οταν φωτογραφίζω μέσα σε καταστάσεις χάους, είμαι παρατηρητής. Δεν είναι συναίσθημα το να βλέπεις την αδικία και να την καταγράφεις. Είναι δουλειά. Αν παρασυρθείς, θα χάσεις το νόημα.
Ο φόβος είναι εκεί, δεν γίνεται αλλιώς. Εχω ταξιδέψει στις πιο φτωχές γειτονιές του πλανήτη, με έχει απειλήσει ένας μαφιόζος στο Γιοχάνεσμπουργκ, έχω ζήσει ακραίες καταστάσεις. Αλλά φόβος μπορεί να υπάρχει και στην πλατεία Συντάγματος. Τις προάλλες, στη συμβολή των οδών Φιλελλήνων και Οθωνος, είχαν τελειώσει – προσωρινά – τα χημικά στους αστυνομικούς. Ενώ αντάλλασσαν πέτρες και μάρμαρα με τους διαδηλωτές, κάποιος από αυτούς έρχεται κοντά μου και μου λέει “θα σε βρω μετά εσένα”. Φοβήθηκα. Είναι η μοίρα του φωτογράφου να τον θεωρούν έναν “κακό δημοσιογράφο”, που είναι εχθρός και του αστυνομικού και του διαδηλωτή. Πολλές φορές μάς φωνάζουν “εδώ ο κόσμος καίγεται και εσείς έρχεστε να βγάλετε λεφτά;”. Αν ήξεραν πόσα λεφτά βγάζουμε, μάλλον δεν θα το έλεγαν.
Ακόμη και μέσα σε αυτές τις συνθήκες, πιστεύω πως μπορείς να κάνεις τέχνη. Το φωτορεπορτάζ είναι ειδησεογραφία, αλλά το καλό φωτορεπορτάζ μπορεί να είναι και τέχνη. Πριν από λίγο καιρό ήμουν στην Τυνησία, κάλυπτα τα γεγονότα, τη συμπεριφορά της αστυνομίας, την ένταση. Τις προηγούμενες ημέρες, μέσα στον πανικό, σκέφτηκα ότι δεν διαφέρει και πολύ η κατάσταση από τα δικά μας...».
                                                           
Γκαμπριέλε Μικαλίτσι, «New York Times» 
«Πριν από λίγους μήνες, στην Αίγυπτο, κατά τη διάρκεια των ταραχών, κάποιος από τους χιλιάδες παρακρατικούς πρώην φυλακισμένους, που υπερασπίζονταν το καθεστώς Μουμπάρακ, πήγε να με μαχαιρώσει. Ευτυχώς αντέδρασα γρήγορα, τον απέφυγα και, με τη βοήθεια άλλων διαδηλωτών, γλίτωσα. Στην Αθήνα βρέθηκα μπροστά σε μια μάχη ενός αναρχικού με έναν αστυνομικό. Κάποια στιγμή ο αναρχικός τράπηκε σε φυγή και ο αστυνομικός προσπάθησε να τον πιάσει. Επειδή όμως ο αντίπαλός του ήταν πιο γρήγορος, ξέσπασε στον πρώτο που βρήκε μπροστά του: εμένα. Επιχείρησα να απομακρυνθώ από το σημείο, σηκώνοντας τα χέρια και φωνάζοντας “φωτογράφος”. Εκείνη την ώρα με χτύπησε. Αν με ενόχλησε κάτι, ήταν ότι με χτύπησε όταν γύρισα την πλάτη μου. Εκτός από το ότι δεν ήμουν “εχθρός”, εκτός από το ότι ήμουν άοπλος, σε μια μάχη το χτύπημα πισώπλατα είναι άνανδρο.
Παρ’ όλα αυτά, στα μάτια μου η κατάσταση στην Ελλάδα δεν έχει σχέση με την Αίγυπτο ή την Τυνησία. Εκεί η επανάσταση είναι πραγματικά ζήτημα επιβίωσης, εδώ η δική σας εξέγερση είναι θέμα καλύτερου τρόπου ζωής. Σίγουρα υπάρχει αδικία, σίγουρα υπάρχει κίνητρο για να ξεσηκωθείς, αλλά δεν είναι το ίδιο με το να μην έχεις να φας. Το ξέρω καλά, επειδή προέρχομαι από την Ιταλία όπου – πιστέψτε με – έχουμε επίσης χιλιάδες λόγους να ξεσηκωθούμε, αλλά ακόμη δεν γίνεται τίποτε, προφανώς γιατί δεν απειλούμαστε ακόμη άμεσα.
Η άποψή μου είναι ότι όλη αυτή η ένταση δημιουργείται επειδή κάποιοι τη θέλουν. Υπήρχαν διαδηλωτές με ειρηνικές διαθέσεις, υπήρχαν και οι αναρχικοί που ήθελαν απλώς καταστροφές και υπήρχε και η Αστυνομία που λειτουργούσε επιθετικά. Ενώ είχαν τον έλεγχο της κατάστασης, χρησιμοποιούσαν υπερβολική – ίσως εκφοβιστική – βία. Σημαντική διάφορα με την Αίγυπτο και την Τυνησία είναι και η ποιότητα των χημικών. Εκεί είναι απλά δακρυγόνα. Αυτά που έχει η ελληνική αστυνομία είναι μια άλλη, πολύ πιο εξελιγμένη ποιότητα που δεν ξέρω τι έχουν ως συστατικό, αλλά μάλλον είναι ό,τι πιο σύγχρονο κυκλοφορεί στην αγορά».
                                                          
Πέτρος Γιαννακούρης, Associated Press 
«Εικόνα από το κέντρο της πόλης: Την προηγούμενη εβδομάδα, την ώρα που η βία ξεπερνούσε κάθε όριο, την ώρα που τα χημικά έπνιγαν ανθρώπους, την ώρα που άλλοι έτρεχαν να κρυφτούν από τις πέτρες και άλλοι έτρεχαν να βρουν κάπου καθαρό αέρα να αναπνεύσουν, ταυτόχρονα, την ίδια στιγμή, ακουγόταν μουσική. Ενας μαυροντυμένος λυράρης στο κέντρο της πλατείας Συντάγματος έπαιζε παραδοσιακή κρητική μουσική σε μια προσπάθεια να ηρεμήσει τα πνεύματα. Ξύλο μετά μουσικής…
Για ένα δευτερόλεπτο σκέφτηκα ότι αυτή η εικόνα δεν είναι «φυσιολογική». Μόνο για ένα δευτερόλεπτο, εξάλλου οι συνθήκες δεν σου αφήνουν περισσότερο χρόνο. Πρέπει να δουλέψεις τη στιγμή που άλλοι τρέχουν για να σωθούν. Αυτό είναι το καθήκον σου, να μεταφέρεις με τον δικό σου τρόπο, με τη δική σου ματιά, με το δικό σου «κλικ», αυτό που συμβαίνει γύρω σου. Δεν τραβάω μηχανικά φωτογραφίες μέσα σε τόσο ακραίες καταστάσεις. Ξέρω ακριβώς που βρίσκομαι, τι κάνω, ξέρω τους κινδύνους και παίρνω τα ρίσκα μου. Προσπαθώ να είμαι συγκεντρωμένος και ήρεμος, Αλλά κάθε φορά νιώθεις φόβο. Είναι καλό να φοβάσαι. Οσες φορές την έχω πατήσει είναι από έλλειψη φόβου.
Οταν ψηφιζόταν το Μεσοπρόθεσμο, η κατάσταση δεν ήταν απλά τεταμένη, ξεπέρασε τα όρια. Την Τρίτη και την Τετάρτη δουλεύαμε από 15 ώρες την ημέρα, σε πολύ δύσκολες συνθήκες, συνθήκες που δεν δικαιολογούνται σε μια πολιτισμένη χώρα. Είδα στην πλατεία Συντάγματος πολλούς γνωστούς μου. Ανθρώπους που δεν συνηθίζουν να πηγαίνουν σε διαδηλώσεις και σίγουρα μιλάω για ανθρώπους που δεν βγαίνουν στους δρόμους για να πετάξουν πέτρες. Και όμως ήταν εκεί.
Φωτογραφίζω στους δρόμους από το 1996. Εχω κάνει διάφορες αποστολές, στο Ιράκ μόνο έχω πάει επτά φορές. Εχω δει τη βία, την εξαθλίωση, την αδικία, τον θάνατο. Εκεί πολεμούν διότι έννοιες όπως “ανθρώπινη ζωή”, “επιβίωση”, “δικαιοσύνη” έχουν χάσει την αξία τους μέσα την τραγικότητα των γεγονότων. Λυπάμαι όταν βλέπω τέτοιες εικόνες και στη χώρα μου. Είναι παράλογο. Δεν θέλω άλλο αίμα, άλλο ξύλο, άλλα δακρυγόνα. Εχω βαρεθεί τόση βία, την έχω δει τόσες φορές μπροστά μου, που, όταν τη ζω στη χώρα μου, νιώθω άσχημα. Ο φόβος μου κατά τη διάρκεια των επεισοδίων είναι ότι κάποια στιγμή μπορεί να υπάρξει νεκρός. Αν συνεχιστεί έτσι η ιστορία, είναι απλώς θέμα χρόνου».
* Αυτό το ρεπορτάζ δημοσιεύτηκε στο ΒΗMagazino στις 10 Ιουλίου 2011.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

back to top