11 Φεβρουαρίου 2012

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΙΖΥΗΝΟΣ, ΤΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΜΟΥ - ΣΧΟΛΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ




Το Αμάρτημα Της Μητρός Μου

  Είναι ηθογραφικό διήγημα, δηλαδή θέμα είναι ο τρόπος ζωής των ανθρώπων της υπαίθρου, τα ήθη, τα έθιμα και οι παραδόσεις, οι προλήψεις και η διαγραφή των χαρακτηριστικών των ανθρώπινων τύπων, παρόλο που δεν διαφαίνεται ακριβώς ο χαρακτήρας τους, αλλά μας δίνεται η δυνατότητα να βγάλουμε συμπεράσματα γι’ αυτούς μέσα από τα έργα τους.
  Είναι αφηγηματικό διήγημα με μικρή σχετικά έκταση και ολοκληρωμένη υπό-θεση.

Αυτοβιογραφικά στοιχεία που εντοπίζουμε:
*      Αναπλάθονται εντυπώσεις και προσωπικά βιώματα
*      Ο αριθμός μελών της οικογένειας
*      Τα ονόματα
*      Τα τραγικά γεγονότα ενδέχεται να είναι και πλαστά, όμως τα έντονα προσωπικά       βιώματα είναι αληθινά.

Α’ Ενότητα: Η ασθένεια και ο θάνατος της Αννιώς

  Κύρια Πρόσωπα
§   Η Αννιώ, η μοναχοκόρη της οικογένειας, η οποία ασθενεί βαριά και τελικά πεθαίνει.
§   Η Δεσποινιώ, η μητέρα, που είναι χήρα
§   Ο Μιχαλιός, ο πατέρας, που έχει πεθάνει, αλλά η παρουσία και η απουσία του προβάλλονται έντονα.
§   Τρία μικρά παιδιά: Ο αφηγητής, ο Γιωργής
                                Ο μεγαλύτερος αδελφός, ο Χρηστάκης
                                Ο βενιαμίν της οικογένειας, ο Μιχαλιός

  Αξιοπρόσεχτο στοιχείο τεχνικής: Αναφέρεται το όνομα μόνο της Αννιώς, ενώ τα υπόλοιπα αποκαλύπτονται στη συνέχεια.
  Όπως αποκαλύπτεται αργότερα, ανάμεσα στον πρωτότοκο Χρηστάκη και στο Γιωργή, είχε γεννηθεί κι άλλη Αννιώ που θανατώθηκε ακούσια από τη μητέρα της.

  Ψυχογραφίες
*      Η μητέρα δείχνει στην Αννιώ υπερβολική αγάπη, αδυναμία, προσκόλληση, ενώ η στάση της προς τους τρείς γιούς της θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αδιά-φορη. Η μεροληπτική αυτή στάση φτάνει στο αποκορύφωμα και γεννά προ-βληματισμούς όταν η μητέρα ζητά από το Θεό να ζήσει η Αννιώ με αντάλ-λαγμα τη ζωή ενός από τα αγόρια. Πιστή στο Θεό, όμως αδύναμη να εκ-λογικεύσει τα χτυπήματα της μοίρας, παρασύρεται από κάθε δολερό αγύρτη και κάνει κάθε τι για να σώσει τη μοναχοκόρη της.
*      Η Αννιώ δεν δείχνει να επηρεάζεται από τις τόσες περιποιήσεις της μητέρας. Είναι καλοσυνάτη και τρυφερή απέναντι στ αγόρια, χωρίς διακρίσεις και προ-τιμήσεις. Ούτε τα χάδια της μητέρας ούτε η αρρώστια της δείχνουν να μετα-βάλλουν το χαρακτήρα της.
*      Τα τρία αγόρια δε δείχνουν να προβληματίζονται με την υπερβολική αγάπη που δείχνει η μητέρα στην Αννιώ· τη θεωρούν φυσιολογική, μιας κι η Αννιώ εί-ναι η μόνη τους αδελφή και φιλάσθενη. Η ανατροπή αυτών των αισθημάτων ξε-κινά όταν ο αφηγητής ακούει την παράκληση της μητέρας προς το Θεό και τότε αρχίζει να αισθάνεται όχι απλά παραμελημένος, αλλά ανεπιθύμητος.

Φράση-κλειδί της ενότητας:
Η Αννιώ ήτο κατά δυστυχίαν ανέκαθεν καχεκτική και φιλάσθενος.
Η παραπάνω φράση και οι παραλλαγές της βοηθούν τον αναγνώστη να παρακο-λουθήσει τις διαδοχικές φάσεις της πορείας της ασθένειας και υπηρετούν τη συνοχή του κειμένου. Επιπλέον η επανάληψη μας κάνει να συνειδητοποιούμε την επιδεί-νωση της ασθένειας.

Στο πρώτο μέρος της ενότητας κυριαρχούν τρία βασικά μοτίβα:
    α) Η απόλυτη προσήλωση της μητέρας στην άρρωστη Αννιώ
    β) Η επιδείνωση της Αννιώς
    γ) Η αγάπη της Αννιώς για τα αδέλφια της
  Υπάρχει ένα κεντρικό τρίγωνο: Η μητέρα, η Αννιώ, εμείς· ο αφηγητής βρίσκεται κρυμμένος στο ‘‘εμείς’’.

  Πολύ έντονο σε όλο το α’ μέρος το λαογραφικό στοιχείο, συνυφασμένο με δεισι-δαιμονίες και θρησκευτική ευλάβεια. Υπερβατικές ερμηνείες για τα πάντα, κατάφυ-γή σε βοτάνια και γητείες, άρνηση εκλογίκευσης των καταστάσεων.
  Η σκηνή στην εκκλησία φέρνει την Αννιώ σε δεύτερη μοίρα και περνά σε πρώτο πλάνο το πρόσωπο του αφηγητή. Το όλο σκηνικό της εκκλησίας καθώς και το τραυ-ματικό για τον ίδιο περιεχόμενο της προσευχής της μητέρας του, κλονίζουν την προσωπικότητα και την ψυχική κατάσταση του Γιωργή. Έχουμε συσσώρευση έντον-ων συναισθημάτων, όπως φρίκη, πανικός, φόβος, παράπονο, πικρία.
  Ο αφηγητής εδώ είναι δραματοποιημένος (είναι παρών μέσα στην αφήγηση)· βλέ-πει από εσωτερική οπτική γωνία, συμμετέχει στα δρώμενα και διηγείται σε α’ πρό-σωπο. Μάλιστα στη συγκεκριμένη σκηνή γίνεται το κύριο πρόσωπο της ‘‘δράσης και βιώνει ένα φοβερό δράμα.

  Σ’ αυτό το επεισόδιο συντελείται μια μικρή αναχρονία με τη μορφή αναδρομής, που αναφέρεται στη διαρκή αίσθηση του Γιωργή ότι η μητέρα του δεν τον αγαπά κι ανέκαθεν τον παραμελούσε· η αναδρομή αυτή και ο όλος προβληματισμός του ήρ-ωα θα απαντηθούν, όταν αποκαλυφθεί η αμαρτία.
  Επίσης παρατηρούνται αλλαγές στο χώρο και στο χρόνο: η υπόθεση μεταφέρεται από το σπίτι στην εκκλησία κι έπειτα πάλι στο σπίτι και ο χρόνος γίνεται πολύ πιο συγκεκριμένος, αφού λόγω των καιρικών συνθηκών καταλαβαίνουμε πως είναι πάλι χειμώνας. Ακόμη έχουμε μετάβαση από τον παρατατικό στον αόριστο.

  Η σχέση μητέρας – αφηγητή περνάει πια σε άλλο επίπεδο. Η μητέρα, που μάλλον έχει καταλάβει τι έχει συμβεί, προσπαθεί να αποκατασταθεί στα μάτια του παιδιού και του δείχνει ιδιαίτερη τρυφερότητα· αντίθετα, οι φόβοι του Γιωργή ξυπνούν κι υπάρχει μια στάση εκδίκησης, που γίνεται φανερή με τη μορφή που δίνει στην προσευχή προς τον πατέρα ζητώντας του να πάρει εκείνος τη θέση της Αννιώς.

  Εντύπωση προκαλεί η αναδρομική αφήγηση που αναφέρεται στο γύφτο, αφού, παρότι παραμένει ανώνυμος, πρέπει να προκάλεσε μεγάλη εντύπωση στην παιδική ψυχή, η οποία τον περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια.

  Ο θάνατος της Αννιώς έρχεται ως κατάληξη ενός λαϊκού δρώμενου που ξετυλίγεται μέσα σε ατμόσφαιρα θρησκευτικής ευλάβειας, αλλά και με έντονο το στοιχείο των δοξασιών και των δεισιδαιμονιών. Τα πάντα απόκεινται πια στη θεοποίηση του νε-κρού πατέρα και στην υπερφυσική ικανότητα του να κατορθώνει τα ακατόρθωτα. Η όλη διαδικασία έχει καθορισμένο τελετουργικό. Η χρυσαλίδα είναι φορέας της ψυ-χής του νεκρού και το τέλος της Αννιώς έρχεται τη στιγμή που κορυφώνεται η ελ-πίδα. Ο συγγραφέας το παρουσιάζει με πικρή ειρωνεία, αλλά και με λυρισμό και τρυφερότητα· δεν αναφέρεται σε θρήνους και μελοδραματισμούς, αλλά διακριτικά προχωρεί σε μια πιο λιτή περιγραφή.
  Εντοπίζονται δύο αναδρομές, η αναφορά στη σύνθεση του μοιρολογιού από το γύ-φτο και η ανάκληση στη μνήμη του Γιωργή του εθίμου της πόσης του αγιασμού. Στόχος η έμφαση και η υπόδειξη της επανάληψης παρόμοιων καταστάσεων.


B’ Ενότητα: Η αντιμετώπιση της νέας κατάστασης - Οι υιοθεσίες

  Παθητική πρώτη αντίδραση: Κατάρρευση της μητέρας, παραφροσύνη, πλήρης αδιαφορία, εγκατάλειψη των υπόλοιπων παιδιών. Κίνητρο για αφύπνιση η ανέχεια και οι τραγικές οικονομικές συνθήκες στις οποίες έχει περιέλθει η οικογένεια, πράγμα που αναγκάζει τη μητέρα να αναλάβει εκ νέου τα καθήκοντά της.
  Θαρραλέα αντιμετώπιση της νέας κατάστασης: Η δραστηριοποίηση της μητέρας δε θυμίζει σε τίποτα την προηγούμενη νωχελική στάση της, καθώς εργάζεται σαν άντ-ρας.
  Υιοθεσία: Καθορισμένο τελετουργικό με αναφορές σε θρησκευτικά και λαϊκά δρώμενα. Σε πρώτη φάση ο χαρακτήρας είναι καθαρά θρησκευτικός και συντελείται ενώπιον Θεού και ανθρώπων, ενώ ακολουθεί λαϊκό δρώμενο που κορυφώνεται με τη σκηνή του αποχαιρετισμού.
  Υπερβολική προσήλωση της μητέρας στη θετή κόρη: Νέα προβλήματα στην οικο-γένεια· η μητέρα και πάλι προσκολλάται στο κορίτσι και αδιαφορεί για τα υπόλοιπα παιδιά. Ο αφηγητής μέσα σε ελάχιστες γραμμές αναφέρει την πορεία της υιοθετη-μένης μέχρι το γάμο της και απαξιοί να αναφέρει μέχρι και το όνομα της.
  Νέα υιοθεσία: Δημιουργούνται έντονες αντιδράσεις πλέον, αφού τα αγόρια είναι μεγάλα πια σε ηλικία και μπορούν να πάρουν θέση. Η μητέρα για να στηρίξει ηθι-κά την ενέργειά της α) επικαλείται το γεγονός ότι το βρέφος είναι ορφανό και β) επι-καλείται την υπόσχεση του ξενιτεμένου Γιωργή ότι θα θρέψει το ψυχοπαίδι της. Αυ-τή της η αναφορά προοικονομεί και την επάνοδο του Γιωργή στο σπίτι.
 
Μητέρα:
*      Δυναμική και οργανωτική, ιεραρχεί σωστά τις αξίες
*      Εργατική, υπεύθυνη
*      Επιμονή, επιβολή, κύρος και αυταρχισμός
*      Με αυξημένο το αίσθημα της τιμής για την οικογένεια
*      Άδικη, τουλάχιστον επιφανειακά, προς την κατανομή της αγάπης.

  Μητέρα – Γιωργής: Υπάρχει ένα ιδιαίτερο δέσιμο· το ανάδρομο περιστατικό του πνιγμού αποκαθιστά τις σχέσεις δυσπιστίας ανάμεσά τους. Ο μεν Γιωργής αισθάν-εται και πάλι ισότιμο μέλος της οικογένειας, η δε μητέρα δεν κρύβει την αδυναμίας της προς τον ξενιτεμένο της γιό.


  Αφηγητής: Δραματοποιημένος, συμμετέχει στα δρώμενα και αφηγείται σε α’ πρό-σωπο. Αναφέρει για πρώτη φορά το όνομά του.

  Τα γεγονότα δεν παρουσιάζονται με τη φυσική τους σειρά, αλλά με αναχρονίες. Αρχικά δυο αναδρομικές αφηγήσεις αναφέρονται στο βουβό θρήνο της μητέρας για το θάνατο του πατέρα και στον τρόπο με τον οποίο ξοδεύτηκε η περιουσία. Επίσης μεγάλη αναδρομική αφήγηση έχουμε στο θέμα της διάσωσης του Γιωργή από τη μητέρα.
  Πρόδρομη αφήγηση έχουμε για τις μελλοντικές περιπέτειες του Γιωργή στην ξενι-τιά και προσήμανση, όταν προϊδεάζεται ο αναγνώστης για την επάνοδο του Γιωργή.
  Επίσης παρατηρείται συμπύκνωση του χρόνου όταν ο αφηγητής αναφέρεται στη ζωή της πρώτης του θετής αδελφής, ενώ η μακρά απουσία του Γιωργή σηματοδοτεί αφηγηματικό κενό.


Γ’ Ενότητα: Η επιστροφή του αφηγητή από τα ξένα – Η αποκάλυψη του μυστικού της μάνας

  Ο αφηγητής έχει επισημάνει ήδη επαναληπτικά ότι απουσίαζε στην ξενιτιά και στη συγκεκριμένη ενότητα επιστρέφει, ενώ όμως αναμενόταν με χαρά από τη μάνα του, έρχεται η σχέση τους σ’ ένα νέο κρίσιμο σημείο, γιατί δεν κρύβει την αντιπάθειά του για την καινούρια του αδερφή. Η αντίθεση αυτή, ως προς την οικονομία του έργου, λειτουργεί ως αφετηρία και αφορμή για να φτάσει η μάνα στην απογοήτευση και στην αποκάλυψη του μυστικού. Παράλληλα η αναφορά του Γιωργή στα χαρίσματα που θα ήθελε να έχει η αδελφή του αποτελεί επιβράδυνση. Η αποκάλυψη εν τέλει του μυστικού γίνεται με μια εκτενή αναδρομική αφήγηση. Η φράση ‘‘η αμαρτία μου βλέπεις δεν εσώθηκεν ακόμα’’ αποτελεί προσήμανση.
  Τονίζεται εκ των προτέρων η σοβαρότητα του μυστικού, αφού:
        Είναι βαρύ, πολύ βαρύ
        Το γνωρίζουν μόνο ο Θεός και ο πνευματικός
  Η α’ κορύφωση συντελείται, όταν ο αφηγητής μαθαίνει ότι υπήρχε κι άλλο παιδί στην οικογένεια και η β’ με την αποκάλυψη του ακούσιου θανάτου της.
  Η αφήγηση της μητέρας γίνεται με αυστηρά χρονική σειρά (ομαλή – γραμμική σειρά) και δίνονται σ’ αυτήν λεπτομέρειες που είναι συνειρμικά δεμένες με το γεγο-νός. Όλες οι λεπτομέρειες που αναφέρονται αποτελούν επιβράδυνση που έχουν ως σκοπό την ένταση του ενδιαφέροντος του αναγνώστη και την επίταση της αγωνίας του για την τελική έκβαση.
  Προετοιμασία του συγγραφέα για την αποκάλυψη (προοικονομία) αποτελεί η υπό-σχεση που έχει δώσει κι η επιστροφή του από τα ξένα.
  Προετοιμασία του αναγνώστη για την αποκάλυψη του μυστικού (προσήμανση) αποτελεί η ομολογία της μητέρας ότι είχε διαπράξει κάποια αμαρτία.
  Αφορμή στάθηκε η αντιπάθεια του Γιωργή για το Κατερινιώ.
  Αίτιο της αποκάλυψης είναι η αδυναμία της μητέρας να πείσει το Γιωργή.
  Στόχος της μητέρας είναι η ανακούφιση της και η αποδοχή της Κατερινιώς από το Γιωργή, ενώ στόχος του συγγραφέα είναι να ενταθεί το ενδιαφέρον του αναγνώστη και να επιταθεί η αγωνία του για την τελική έκβαση.
  Αποτέλεσμα για τη μητέρα είναι η επίτευξη του στόχου της, για το Γιωργή είναι η ερμηνεία της συμπεριφοράς της μητέρας στο παρελθόν και για τον αναγνώστη λύ-νεται η απορία του τίτλου.

  Τα πρόσωπα
  Οι σχέσεις μητέρας και Γιωργή περνούν ακόμα μια φορά από κρίση, όμως η απο-κάλυψη του μυστικού τους τονώνει και τους δένει· η μητέρα αποκαθίσταται στη συνείδηση του, ενώ το προσωπικό του ενδιαφέρον παγιώνει το ανέκαθεν υπάρχον δέσιμο τους.
  Ο πατέρας, όπως παρουσιάζεται από την ανάδρομη αφήγηση της μητέρας είναι ένας άνθρωπος δεμένος με τη γυναίκα του, ωστόσο οι αντιδράσεις του κατά το γεγο-νός είναι έντονες και φτάνει σε εξάρσεις. Ως πατέρας δείχνει ακριβοδίκαιος και ως άνθρωπος κοινωνικός μεν, αλλά ζώντας πάντα με τις επιφυλάξεις του και τους φό-βους του για το κοινωνικό του περιβάλλον και τις αντιδράσεις τους στον ακούσιο φόνο.

  Η γλώσσα της πεζογραφίας του Βιζυηνού είναι η καθαρεύουσα, όμως είναι μια καθαρεύουσα χαλαρή κι ανοιχτή σε πολλές λέξεις και τύπους της λαϊκής γλώσσας (‘‘εκλαϊκευμένη καθαρεύουσα’’). Όταν αφηγείται ο μορφωμένος αφηγητής της ώρι-μης ηλικίας χρησιμοποιεί λέξεις και τύπους αρχαιοπρεπείς, ενώ όταν μιλάνε τα πρόσωπα, ακόμα και ο ίδιος ο συγγραφέας, η γλώσσα είναι λαϊκή με παράλληλη χρήση ιδιωματικών λέξεων.

Δ’ Ενότητα: Η εξομολόγηση της μάνας από τον Πατριάρχη

  Ο αφηγητής, παρά το συναισθηματικό του δέσιμο με τη μητέρα, αντιμετωπίζει ως τρίτος το ‘‘δυστύχημα’’, όπως λέει, και διεισδύει στα βαθύτερα αίτια της στάσης, που συνιστούν και την τιμωρία της: η συναίσθησις του αμαρτήματος, η ηθική ανάγκη της εξαγνίσεως, το αδιέξοδο της εξαγνίσεως.
  Αφηγηματικό κενό θα μπορούσαμε να θεωρούσε την παράλειψη του αφηγητή για την παραπέρα τύχη της Κατερινιώς, όμως είναι αυτονόητη και δεν έχει καμία σημα-σία για την εξέλιξη της υπόθεσης.
  Ο Γιωργής διαβεβαιώνει τη μητέρα του ότι ο Θεός είναι επιεικής και σπλαχνικός, είναι δίκαιος και παίρνει υπόψη του τα ελαφρυντικά στοιχεία που υπάρχουν για ε-κείνη. Πείθει τη μητέρα να οδηγηθεί σε εξομολόγηση στον Πατριάρχη, ο οποίος τυγχάνει προσωπικός γνωστός του κι είναι ο πιο επίσημος κι έγκυρος αντιπρόσωπος του Θεού.
  Η ψυχική της ανάταση έχει άμεσο και προσωρινό αποτέλεσμα, όμως η πλήρης λύτρωση τελικά δεν έρχεται και η πληγή παραμένει μέσα της ανοιχτή.
  Το τέλος του διηγήματος είναι λιτό, χωρίς επίλογο, απότομο και απροσδόκητο. Δε δίνει λύση, δε φέρνει κάθαρση και είναι απαισιόδοξο. Το συναίσθημα της ενοχής και οι τύψεις για ένα αμάρτημα ή έγκλημα που έχει διαπράξει, έστω και ακούσια, ένας άνθρωπος και μάλιστα προς το ίδιο του το παιδί, δεν εξαλείφεται με κανέναν τρόπο.
�νθρ+%� � � pF �O� παλλαγεί από τα δεσμά του και να ζήσει μια ζωή α-νώτερη και ποιοτικότερη. Η δικαιοσύνη κατέχει τη σημαντικότερη θέση στη νέα πολιτεία που οραματί-ζεται ο Πλάτωνας. Ποιοι όμως μπορούν να συμβάλλουν στην επικράτηση της; Οι φιλόσοφοι. Αυτοί που κατορθώνουν να βγουν από το σπήλαιο και φωτισμένοι μπορούν να ελευθερώσουν και τους άλλους που ζουν στο δεσμωτήριο. Οι φιλόσοφοι όμως είναι απρόθυμοι να κατέβουν πάλι στο σπή-λαιο, έτσι πρέπει να πειστούν ή να εξαναγκαστούν.

Ενότητα 14η
*  Υπενθυμίζεται ότι στην ‘‘Πολιτεία’’ γίνεται συζήτηση για τη δικαιοσύνη στο πλαίσιο μιας ιδεώδους πολιτείας. Το έργο τελειώνει με τις αμοιβές και τις τιμωρίες στην άλλη ζωή. Ο Πλάτωνας βάζει τον Ή-ρα, ένα γενναίο πολεμιστή,  γιό του Αρμενίου από την Παμφυλία, ο οποίος είχε πεθάνει, να γυρίζει ξα-νά στην επίγεια ζωή και να διηγείται όσα είχε δει κι ακούσει η ψυχή του στον άλλο κόσμο. Οι ψυχές των ανθρώπων, όταν έλθει ο θάνατος, δικάζονται από ένα δικαστήριο για τις πράξεις τους, οι δε ψυ-χές που είχαν διαπράξει αδικήματα πλήρωναν δεκαπλάσιες τιμές. Υπήρχαν και βαρύτερες τιμωρίες για όσους έδειχναν ασέβεια προς τους θεούς, τους γονείς ή είχαν διαπράξει φόνο. Δεκαπλάσιες ήταν και οι ανταμοιβές για όσες είχαν κάνει το καλό. Αφού περνούσαν αυτή τη δοκιμασία, προπορευόταν στο Λειμώνα κι ύστερα σ’ ένα τόπο που έβλεπαν ένα φως σαν ουράνιο τόξο στον ουρανό. Εκεί ήταν η Άτρακτος της ανάγκης και οι μοίρες. Τότε έπρεπε να διαλέξουν το είδος της ζωής που ήθελαν να ζήσουν κατά την επόμενη ενσάρκωσή τους. Ο μύθος αυτός κλείνει τον κύκλο του προβληματισμού του Πλάτωνα για τη δικαιοσύνη και γράφτηκε γιατί έπρεπε να αποδοθεί το δίκαιο στους ανθρώπους εκείνους που ζουν ενάρετα μέσα στην Πολιτεία που οραματίστηκε και οι άδικοι να πληρώσουν για τις πράξεις τους.
Σχεδιάγραμμα

Οργανόγραμμα


*  Ο εσχατολογικός μύθος του Ηρός αποτελεί και το τέλος της Πολιτείασ. Ο μύθος αυτός συμβολίζει τη μεταφυσική της ψυχής. Εδώ ο Σωκράτης θέλει να τονίσει στο Γλαύκωνα ποιες είναι οι αμοιβές που περιμένουν τους δίκαιους στην άλλη ζωή.

*  Ο Ήρ, αφού σκοτώθηκε σε μάχη, έμεινε δέκα μέρες άταφος ανάμεσα στα πτώματα των άλλων συντρόφων του. Τη δωδέκατη μέρα, όταν τον είχαν πάρει στο σπίτι του για να τον φροντίσουν και τον είχαν βάλει πάνω στη νεκρική φωτιά, ξαναγύρισε στη ζωή.

*  Ο Πλάτωνας επινόησε αυτό το μύθο για να συμπληρώσει τη θεωρία του για την αθανασία της ψυχής. Ήθελε να τελειώσει με μια αισιόδοξη διδαχή· η ψυχή είναι αθάνατη, ο δίκαιος επιβραβεύεται, και σε αυτόν τον κόσμο, αλλά και μεταθανάτια, ενώ οι κακοί κι οι τύραννοι τιμωρούνται σκληρά.

*  Σύμφωνα με τον Ήρα, οι δικαστές κάθονταν ανάμεσα σε δύο μεγάλα χάσματα που οδηγούσαν στη γη και άλλα δύο που οδηγούσαν στον ουρανό. Διαχώριζαν τις ψυχές ανάλογα με τις πράξεις τους, όταν ακόμα ήταν ζωντανοί. Προς τον ουρανό πορεύονταν οι δίκαιοι, ενώ προς τον Άδη οι άδι-κοι. Οι δίκαιες ψυχές μετά από το ταξίδι τους στον ουρανό έβγαιναν από το άλλο χάσμα καθαρές κι έχοντας ανταμειφθεί, ενώ οι άδικες είχαν πληρώσει για όλα τα κρίματά και τις αδικίες τους κι έβγαιναν κατασκονισμένες και διψασμένες. Το ταξίδι διαρκούσε χίλια χρόνια.

*  Μετά από αυτό οι ψυχές πορεύονταν σε ένα μέρος που λεγόταν ‘‘Λειμώνας’’ κι από εκεί σε ένα το-πο που υπήρχε ένα φως σαν ουράνιο τόξο. Το φως ήταν ο σύνδεσμος του ουρανού που κρατούσε την ουράνια περιφορά. Από τις ουρές των δεσμών κρεμόταν ‘‘η άτρακτος της Ανάγκης’’, που ρύθ-μιζε τις περιφορές. Η άτρακτος είχε έναν κοίλο σφόνδυλο που περιείχε άλλους επτά. Στους κύκλους που σχημάτιζαν οι σφόνδυλοι ήταν καθισμένες Σειρήνες, καθεμιά βγάζοντας μια νότα, ενώ όλες μαζί παρήγαγαν μια αρμονία. Όλα αυτά παρακολουθούσαν καθισμένες σε θρόνους οι Μοίρες: η Λάχε-ση, η Κλωθώ και η Άτροπος.

*  Οι ψυχές όταν έφταναν στο χώρο της ατράκτου την όγδοη μέρα, έπρεπε να διαλέξουν το είδος της ζωής που ήθελαν να ζήσουν. Ο εξάγγελος της Λάχεσης τοποθετούσε μπροστά τους πολλά υποδείγ-ματα ζωής, ανέβαινε σε βήμα και απήγγειλε το Λόγο της Μοίρας καλώντας τις ψυχές να τραβήξουν τον κλήρο τους. Οι αφιλοσόφητες ψυχές διάλεγαν βίους ένδοξους, χωρίς να μπορούν να υπολογί-σουν τη δυστυχία που κρύβουν μέσα τους τα αξιώματα και τα μεγαλεία. Αντίθετα όσες ψυχές είχαν δοκιμαστεί σκληρά διάλεγαν έναν ήρεμο βίο και πρόσεχαν να μην ξεγελαστούν.

*  Μετά την επιλογή του τρόπου ζωής, οι ψυχές οδηγούνταν στον Αμέλητα ποταμό· εκεί έπιναν νερό, ξεχνώντας για πάντα την προηγούμενη ζωή τους. Τα μεσάνυχτα μέσα σε βοή σεισμού και βροντής οι ψυχές ξαναγεννιούνταν μέσα στα νέα τους σώματα και ξεκινούσαν μια νέα ζωή από την αρχή.

*  Τον Ήρα, όταν οι άλλες ψυχές οδηγήθηκαν στον Αμέλητα ποταμό για να πιουν το νερό της λησμο-νιάς δεν τον άφησαν να πιεί νερό κι έτσι επανήλθε στον πάνω κόσμο.

*  Ο Πλάτωνας στο μύθο αυτό έχει αντλήσει στοιχεία από κάποια προφορική παράδοση, από τη λαϊ-κή πίστη από τις θεωρίες των ορφικών και των πυθαγορείων για τη μετεμψύχωση και από τις τελε-τουργίες των Ελευσίνιων μυστηρίων. Ενδεχομένως να υπάρχουν επιδράσεις από το Ζωροαστρισμό, την Ινδική φιλοσοφία και τον ασιατικό σαμανισμό. Το θέμα της κατάβασης στον κάτω κόσμο το συναντούμε και στη Νέκυια της Οδύσσειας.

*  Ο Αρδιαίος είχε γίνει τύραννος σε κάποια πόλη της Παμφυλίας, σφετεριζόμενος την εξουσία και σκοτώνοντας τον πατέρα και τον αδερφό του. Είχε επίσης διαπράξει κι άλλες πολλές άδικες πράξεις, όσο ασκούσε την εξουσία. Στον κάτω κόσμο τιμωρούνταν ήδη χίλια χρόνια κι είχε έρθει η ώρα να βγει από το στόμιο στο ‘‘δαιμόνιο τόπο’’ για τη μετεμψύχωση. Το στόμιο όμως δε δεχόταν ούτε αυτόν ού-τε άλλους τυράννους και εγκληματίες, αλλά μούγκριζε.

*  Τον συνέλαβαν λοιπόν άνδρες κατακόκκινοι στην όψη, τον έδεσαν χειροπόδαρα, τον μαστίγωσαν, τον έσυραν πάνω σε αγκαθωτούς ασπάλαθους, τον διαπόμπευσαν και τον πέταξαν στον Τάρταρο, ένα σκοτεινό χάσμα στο βάθος της γης.

*  Ο Πλάτωνας αναφερόμενος στον Αρδιαίο, το μεγάλο τύραννο, το δυνατό, σκληρό και άφοβο, τον απόλυτο μονάρχη που ζει μέσα στη χλιδή και την τρυφηλότητα, δείχνει ότι όλοι πληρώνουν και μάλιστα ακριβά το τίμημα της αλαζονείας και της αυθαιρεσίας. Η τιμωρία του δεν επέρχεται τόσο για εκδίκηση όσο για παραδειγματισμό των άλλων που περνούν και τον βλέπουν πληροφορούμενοι τους λόγους της δεινής θέσης του.

*  Ο Πλάτωνας πίστευε ότι όσοι είχαν την απόλυτη εξουσία στα χέρια τους, προκειμένου να τη διατη-ρήσουν, διέπρατταν τα μεγαλύτερα εγκλήματα, καθώς η απόλυτη και ανεξέλεγκτη εξουσία διαφθείρει τους ανθρώπους. Η σκηνή της τιμωρίας του Αρδιαίου είναι πολύ σκληρή κι ανατριχιαστική. Οι λέξεις είναι επιλεγμένες με τέτοιο τρόπο, ώστε να προκύπτει μια εικόνα παραστατική και ρεαλιστική. Τα βα-σανιστήρια ήταν σχεδιασμένα έτσι ώστε να διαρκούν πολύ, όπως εξάλλου και τα βασανιστήρια των δικτατορικών καθεστώτων για να εξοντώσουν τους αντιφρονούντες. Άρα ο Πλάτωνας εκφράζει την έντονη αποδοκιμασία του για τα τυραννικά καθεστώτα κι αποκαλύπτεται για άλλη μια φορά ο πολιτικός και ηθικός χαρακτήρας της Πολιτείασ.

Ενότητα 15η
*  Οι Μοίρες ως θεότητες, κόρες του Δία και της Ανάγκης, καθόριζαν τη ζωή των ανθρώπων και ήταν τρεις: η Λάχεσις (εκείνη που μοιράζει), η Κλωθώ (αυτή που κλώθει το νήμα της ζωής) κι η Άτρο-πος (αυτή που δεν τρέπεται, δε λυγίζει μπροστά στην πορεία του ανθρώπου όπως αυτή έχει χαραχτεί, κρατά ψαλίδι και κόβει το νήμα της ζωής).

*  Στη λαϊκή αντίληψη οι όροι δεξιός και αριστερός είναι φορτισμένοι ο πρώτος με θετική σημασία κι ο δεύτερος με αρνητική. Έτσι δεξιός σημαίνει ευνοϊκός, ευχάριστος, ικανός, ενώ αριστερός κακότυχός, δυσάρεστος. Η εξωτερική περιφορά της ατράκτου που μένει πάντα ίδια, είναι ο δείκτης της θετικής ύ-παρξης, γι’ αυτό πάνω σ’ αυτή έρχεται το δεξί χέρι της Μοίρας των όντων, που είναι η Κλωθώ.

*  Στο κέντρο του σύμπαντος, κατά τον Πλάτωνα, βρίσκεται η Ανάγκη. Η άτρακτος περιείχε επτά σφονδύλους τον ένα μέσα στον άλλο και σχηματίζονταν κύκλοι με περιφορά αντίθετη με αυτή της ατράκτου. Σε κάθε κύκλο καθόταν μια σειρήνα που τραγουδούσε μια διαφορετική μελωδία, αλλά το σύνολο του τραγουδιού αποτελούσε αρμονία. Την περιφορά παρακολουθούν από ίση απόσταση οι Μοίρες. Η Λάχεσις επεμβαίνει και στη εξωτερική και στην εσωτερική κίνηση έτσι ώστε το παρόν και το μέλλον να καθορίζεται από το παρελθόν. Η ίδια Μοίρα, καθισμένη στο θρόνο της, είναι μια μορφή κοσμικής τάξης κι εκείνη που διαθέτει τους κλήρους για τις μελλοντικές ζωές και τύχες των ψυχών.

*  Ο ρόλος του Προφήτη είναι διαμεσολαβητικός. Παίρνει από τα πόδια της Λάχεσης τους κλήρους και τα υποδείγματα τρόπων ζωής. Ύστερα ανεβαίνει στο βήμα και ομιλεί προς το πλήθος των συγκε-ντρωμένων ψυχών. Τις ενημερώνει για το πώς θα επιλέξουν τον τρόπο ζωής τους και τι συνέπειες θα έχει αυτή η επιλογή. Η παρέκκλιση από τη φυσική σειρά των λέξεων, η έλλειψη ρήματος, η κλητική προσφώνηση, ο πυκνός και ηχηρός λόγος, η προστακτική που δηλώνει εκλογή, η φράση ‘‘θεός αν-αίτιος’’ προσδίδουν το ιερατικό ύφος του προφήτη και καθιστούν το λόγο επίσημο, κατηγορηματικό και μεγαλοπρεπή.

*  Η φράση ‘‘υμεις δαίμονα αιρήσεσθε’’ δηλώνει ότι οι ψυχές είναι ελεύθερες να επιλέξουν τον τρόπο ζωής τους. Υπάρχει βέβαια ένας περιορισμός, ο κλήρος, που δηλώνεται με τις λέξεις ‘‘λαχών’’/ ‘‘εξ ανάγκης’’. Ο καθένας θα επιλέξει με τη σειρά που θα κληρωθεί. Η λέξη ‘‘ανάγκη’’ δείχνει ότι η επιλογή, αν και ελεύθερη, είναι αμετάκλητη. Ο Πλάτωνας δίνει πολύ μεγάλη σημασία στην ελευθερία του ανθρώπου και υποστηρίζει ότι η αρετή μπορεί να κατακτηθεί απ’ όλους και ότι ο καθένας είναι ελεύθερος να κάνει τη σωστή επιλογή. Όταν μάλιστα ο άνθρωπος δεν έχει διαμορφώσει ακόμη το χαρακτήρα του, η μόρφωση και η αγωγή μπορούν να τον βοηθήσουν να επιλέξει έναν καλό τρόπο ζωής. Όταν όμως ο χαρακτήρας του διαμορφωθεί, τότε δεν μπορεί να αλλάξει. Η ελευθερία επιλογής σημαίνει ταυτόχρονα και ευθύνη του ανθρώπου για τις πράξεις του και το δίκαιο κάποια στιγμή θα αποδοθεί. Ο κακός τιμωρείται μετά θάνατον υποβιβαζόμενος σε μια κατώτερη μορφή ύπαρξης, για να πληρώσει την οφειλή του· η κακή του πράξη οφείλεται στην κακή του θέληση. Αντίθετα ο ενάρετος αμείβεται κι έρχεται πιο κοντά στην τελειωτική του αποκατάσταση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

back to top