29 Φεβρουαρίου 2012

Ο ΔΟΛ (Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη) ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ


Η παντοδυναμία και η παρακμή του ΔΟΛ – Της Μαρινίκης Αλεβιζοπούλου & του Αυγουστίνου Ζενάκου
Α'ΜΕΡΟΣ
Από το 1922 μέχρι σήμερα δεν έφυγε λεπτό από το κέντρο της πολιτικής σκηνής. «Καταχθόνιο» το χαρακτήρισαν πολλοί, το κατηγόρησαν ότι «ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις» και ότι παίζει βρόμικα παιχνίδια. Τελικά, για ποιον «παίζει» το Συγκρότημα; Ο θρύλος του χτίστηκε γύρω από τους αγώνες του ιδρυτή του για τη φιλελεύθερη παράταξη και τη Δημοκρατία. Αλλά μήπως ήταν προορισμένο να παίζει μόνο για τον εαυτό του; Της Μαρινίκης Αλεβιζοπούλου & του Αυγουστίνου Ζενάκου
“[...] «Να, εκεί που κάθεσαι καθόταν ο Βενιζέλος. Κι εδώ που κάθομαι εγώ καθόταν ο Λαμπράκης και του υπαγόρευε τα μέλη της κυβέρνησής του. Σε αυτό το μαγαζί ήρθες να δουλέψεις.» Τα ίδια αυτά λόγια έχουν χρησιμοποιήσει αρκετά στελέχη του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη, με εμφανή αγωνία να μεταλαμπαδεύσουν στους νέους προσήλυτους την υποχρέωση να νιώθουν δέος για τον τόπο εργασίας τους. Αλλά και με εξίσου εμφανή αδιαφορία για την ιστορική ακρίβεια. Ακρίβεια όχι τόσο ως προς το αν ο Δημήτριος Λαμπράκης υπαγόρευε όντως τα μέλη της κυβέρνησής του στον Ελευθέριο Βενιζέλο, αλλά περισσότερο για το γεγονός ότι μια τέτοια συζήτηση δύσκολα θα γινόταν στο μετέπειτα γραφείο ενός μεσαίου στελέχους στην οδό Χρήστου Λαδά 3, πόσο μάλλον στην οδό Μιχαλακοπούλου 80…
Είναι έτσι ο ΔΟΛ. Τον περιέβαλε πάντα μια σχεδόν μυστικιστική αχλή, μια αδιαμφισβήτητη αναγνώριση ότι κατοικούσε σε ένα πολιτικό επίπεδο άπιαστο για τους κοινούς θνητούς. Όποιος τον έχει ζήσει, το ξέρει, το έχει αισθανθεί να αντανακλάται στη συμπεριφορά σχεδόν κάθε εργαζόμενου, από τους πολιτικούς συντάκτες ώς τον μικρό αυτοκράτορα-κλητήρα της εισόδου. Γι’ αυτό και το ενδιαφέρον φαινόμενο δεν είναι ότι εξανάγκασε ίσως κάποιους να κάνουν πράγματα που δεν ήθελαν, αλλά ότι πάρα πολλοί ήθελαν να τα κάνουν. Με πρώτον αναμέσά τους, ασφαλώς, τον πιο πρόσφατο κυρίαρχο του ΔΟΛ, τον Σταύρο Ψυχάρη, όσο κι αν αυτός πρόσφατα έγραψε στο Βήμα: «Δεν είναι δική μας δουλειά η άσκηση της εξουσίας». (Το Βήμα, 9.10.2011)
Η άσκηση της εξουσίας, με την ευθεία έννοια, πράγματι δεν ήταν δουλειά των ιθυνόντων του ΔΟΛ. Ούτε ο ιδρυτής του ΔΟΛ Δημήτρης Λαμπράκης ούτε ο διάδοχός του Χρήστος Λαμπράκης, αλλά ούτε και ο Σταύρος Ψυχάρης μεταπήδησαν ποτέ σε πολιτικό αξίωμα (με την εξαίρεση της διοίκησης του Αγίου Όρους, ο τελευταίος). Πολλά πρώην στελέχη και πρώην εργαζόμενοι εξελέγησαν ή διορίστηκαν, βέβαια, σε αξιώματα αλλά ούτε καν αυτό δεν είναι το θέμα. Το θέμα είναι ότι ο ΔΟΛ, από τη στιγμή της ίδρυσης των εφημερίδων του, έχει μια ιστορία άρρηκτα συνδεδεμένη με τις πολιτικές τύχες της Ελλάδας και όσο και αν κάποιες δεν κατόρθωσε να τις επηρεάσει, το βέβαιο είναι ότι προσπάθησε. Κάτι είχε υπόψη του ο εξόριστος επί Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου πρωθυπουργός της Ελλάδας Εμμανουήλ Τσουδερός: μπορεί να παραπονούνταν ότι τις τύχες της χώρας κρίνει ένας «παράφρονας εκδότης», ένας «υστερικός έμπορος διαφημίσεων», αλλά οι επιστολές του προς τον Δημήτριο Λαμπράκη ξεκινούν με την προσφώνηση «Αγαπητέ Μήτσο»… [...]“

Β' ΜΕΡΟΣ
Οι τελευταίες δεκαετίες σήμαναν για το Συγκρότημα τεράστια επέκταση και δυσθεώρητα κέρδη στο Χρηματιστήριο. Αλλά ορισμένα πράγματα δεν άλλαξαν. Τα ΜΜΕ της Μεγάλης Δημοκρατικής Παράταξης συνέχισαν τον στενό εναγκαλισμό τους με την πολιτική και την οικονομική εξουσία, δίχως ωστόσο αυτό να τα σώσει από την φθορά: οι κυκλοφορίες τους καταποντίζονται, η απαξίωση του κοινού τους αυξάνει, και οι άλλοτε κραταιοί άρχοντές τους πασχίζουν να διασώσουν ό,τι κέρδισαν, θυσιάζοντας τους εργαζομένους τους και αδιαφορώντας για τους αναγνώστες τους.

Κλικ για μεγέθυνση
“[...] Ο Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη εισήχθη στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών τον Οκτώβριο του 1998. Είχε καταθέσει αίτηση στο ΔΣ του Χρηματιστηρίου μόλις έναν μήνα νωρίτερα. Τη στιγμή εκείνη εκκρεμούσαν 22 αιτήσεις άλλων Ανώνυμων Εταιρειών προς εισαγωγή στο ΧΑΑ. Το ΔΣ του ΧΑΑ παράτυπα τις παρέκαμψε και ενέκρινε την αίτηση του ΔΟΛ στις 24 Σεπτεμβρίου 1998. (Μάλλον διασκεδαστική λεπτομέρεια: κοντά στις άλλες, παρέκαμψε και την Ελευθεροτυπία του Χρήστου Τεγόπουλου, η οποία περίμενε την εξέταση της αίτησής της από τον Αύγουστο…) Την επόμενη κιόλας μέρα, στις 25 Σεπτεμβρίου, ο ΔΟΛ δημοσίευσε ανακοίνωση για την έγκριση στην εφημερίδα Τα Νέα, σύμφωνα με την οποία η δημόσια εγγραφή των επενδυτών θα γινόταν στις αρχές Οκτωβρίου. Αυτή η ανακοίνωση ήταν παράνομη. Ο ΔΟΛ δεν είχε περάσει ακόμη από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, που έπρεπε και αυτή να έχει εγκρίνει την αίτηση. Απλώς ο ΔΟΛ προεξοφλούσε δημόσια – και παράνομα – μια απόφαση που πράγματι ήλθε ελάχιστες ημέρες αργότερα (σημειωτέον δε ότι κατά μέσο όρο χρειάζονταν 4 ως 6 μήνες για να ολοκληρωθεί η διαδικασία εισαγωγής μιας ΑΕ στο ΧΑΑ): Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στις 6 Οκτωβρίου 1998 ανακοίνωσε την έγκρισή της για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΔΟΛ ΑΕ, με δημόσια εγγραφή και εισαγωγή των μετοχών στην κύρια αγορά του ΧΑΑ.”
[...]
“Επίσης, όπως επισημαίνουν ειδικοί της χρηματιστηριακής αγοράς, στους οποίους απευθυνθήκαμε, η αποτίμηση του ΔΟΛ στα 258 εκ. ευρώ, με κερδοφορία μόλις 8 εκ. ευρώ, συνιστούσε έναν λόγο τιμής προς κέρδη (PE, κατά την τεχνική ορολογία) της τάξεως του 31. Για να καταλάβουμε τι σημαίνει αυτό, ένας τέτοιος λόγος πάνω από 12 ως 14 συνιστά «φούσκα» στις χρηματιστηριακές αγορές, αν δεν δικαιολογείται από διπλασιασμό της αύξησης των κερδών από χρονιά σε χρονιά. Ακόμη και οι πιο ισχυρές εταιρείες μπαίνουν στα χρηματιστήρια με λόγο τιμής προς κέρδη που δεν ξεπερνά το 20. (Για παράδειγμα, το γνωστό σε όλους και κολοσσιαίο Facebook μπαίνει αυτές τις ημέρες στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης με συντελεστή αποτίμησης 18 ως 19, δηλαδή 12 μονάδες πιο κάτω από τον ΔΟΛ!)
Πράγματι, ο ΔΟΛ είχε καταφέρει να διπλασιάσει τα κέρδη του το 1999 (16,3 εκ. ευρώ) και το 2000 (39 εκ. ευρώ). Τα κέρδη αυτά, όμως –και εδώ είναι το ζήτημα–, οφείλονταν σε πωλήσεις χρεογράφων, οι οποίες δεν θεωρούνται «επαναλαμβανόμενα έσοδα». Κοινώς, όπως μας εξηγούν οι ειδικοί, ο ισολογισμός του ομίλου είχε υποστεί «τεχνητή βελτίωση» από μη οργανικούς λόγους: αν η εταιρία δεν είχε τα έκτακτα κέρδη από την πώληση συμμετοχών ή χρεογράφων, ο ισολογισμός της το 1999 θα είχε ζημιές 16 εκ. ευρώ και  το 2000 ζημιές 10 εκ. ευρώ. (Για του λόγου το αληθές, το 2001, όπου δεν υπάρχουν έκτακτα κέρδη, οι ζημιές ανήλθαν σε 31 εκ. ευρώ.)”
[...]
“Ο τουριστικός κλάδος του ΔΟΛ έφτασε ακόμη κι ως τη Νέα Υόρκη, με την εταιρεία FreeGate Tourism. Το δε εγχώριο γραφείο ταξιδίων του, το Travel Plan, είχε συμβάσεις με το υπουργείο Εξωτερικών και τον ΟΤΕ, για τις οποίες το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης είχε μάλιστα επιβάλει πρόστιμο και η Εισαγγελία Πρωτοδικών είχε ασκήσει ποινική δίωξη. (Το ζήτημα αφορούσε το ασυμβίβαστο εταιρείας ΜΜΕ να έχει συναλλαγές με το Δημόσιο. Το πρόστιμο 100 εκ. δραχμών από το ΕΣΡ τελικά το διέγραψε το Συμβούλιο της Επικρατείας με την αιτιολογία ότι δεν δόθηκε η ευκαιρία στο Mega «να ασκήσει το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της ακρόασης». Η δίωξη σε βαθμό κακουργήματος κατά του Χ. Λαμπράκη, με την κατηγορία υποβολής ψευδούς υπεύθυνης δήλωσης «με σκοπό τον προσπορισμό περιουσιακού οφέλους άνω των 50 εκ. δραχμών κατά συρροή» εξέπεσε αργότερα. Η υπόθεση είχε συζητηθεί και στη Βουλή, τον Φεβρουάριο 2001, με αίτηση της ΝΔ για σύσταση προανακριτικής επιτροπής, για να διερευνηθούν τυχόν ποινικές ευθύνες του τότε υπουργού Τύπου Δημήτρη Ρέππα. Η αίτηση είχε απορριφθεί, με ψήφους των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ. Το Travel Plan, πάντως, δεν έχει πτοηθεί: με μειωμένη, πλέον, τη συμμετοχή του ΔΟΛ, πιο πρόσφατα έλαβε από την ΕΠΟ την αποκλειστική για την Ελλάδα διαχείριση των εισιτηρίων και τα πακέτα μετακίνησης και διαμονής για τους αγώνες της εθνικής ομάδας στο Mundial 2010 και στο Euro 2012…) Και, μέσα σε όλα, το όνειρο των στενών συμβούλων του Χ. Λαμπράκη, του Ν. Μπιλίρη και του Δ. Χατζή, για το οποίο είχαν κατορθώσει να τον ενθουσιάσουν, ήταν ο ψηφιακός κλάδος του ΔΟΛ να εισαχθεί στο χρηματιστήριο της Φραγκφούρτης!”
[...]
“Ο Γιώργος Κοσκωτάς εξέλιπε και η ισορροπία βρέθηκε κάπου στη μέση: «Ένα μόνο δεν πέρασε, κύριοι δικαστές, από μπροστά σας» είπε στην αγόρευσή του ο βουλευτής και ένας από τους κατήγορους της Βουλής, στη δίκη του Ανδρέα Παπανδρέου, στο Ειδικό Δικαστήριο, το 1991, Νίκος Κωνσταντόπουλος. «Δεν πέρασε η αλήθεια. Η αντικειμενική αλήθεια. Πέρασε η όψη της αλήθειας που φτιάχτηκε και είναι μεγάλη η ευθύνη του Τύπου, των εκδοτών του Τύπου. Γιατί, ναι, ανάμεσα στη δημοσιογραφική όψη της αλήθειας του 1988-89 και στη δημοσιογραφική όψη της αλήθειας του 1991, όπως οι εκδότες-μάρτυρες την παρουσίασαν μέσα στη δίκη, υπάρχει διάσταση και χάσμα. Και για να γεφυρώσει κανείς αυτό το χάσμα, πολλές φορές μετεωρίζεται με οργανικές αντιδράσεις ναυτίας».
Αλλά δεν είχε, πλέον, σημασία. Οι εκδότες –ανάμεσά τους και ο Χ. Λαμπράκης και ο Σ. Ψυχάρης– είχαν καταθέσει. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε δηλώσει: «Η αλήθεια εκδικήθηκε τους σκευωρούς». Και η Μεγάλη Δημοκρατική Παράταξη έσφιξε ξανά στην αγκαλιά της τις εφημερίδες της.”
[...]
“…Ο ‘πρόεδρος’ (σ.σ.: εννοεί τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη) δεν έπεισε τον ‘Ρώσο’ (σ.σ.: την εταιρεία RAO GAZPROM) να τον δεχτεί (σ.σ.: τον επιχειρηματία Δημήτρη Κοπελούζο) να τον δεχτεί στο αέριο και ανέθεσε την υπόθεση στον Σταύρο. Ο Σταύρος ζήτησε τη βοήθεια του Δημήτρη (σ.σ.: Ρίζου). Έπεσαν οι ‘προτάσεις’ με τον γνωστό τρόπο. Ο ‘Ρώσος’ αντέδρασε, καθώς οι ‘προτάσεις’ ήταν φαίνεται πανάκριβες. Και έγραψε άρθρο στην εφημερίδα του Δημήτρη. Αντέδρασε ακολούθως ο Σταύρος και έγινε κόλαση. Βγήκε στην επιφάνεια ό,τι σιγοψιθυρίζουμε χρόνια μεταξύ μας. Αυτός ο όμορφος, αγγελικά πλασμένος κόσμος, που θίγει τους πάντες.» Ποιος τα γράφει αυτά; Ο Αντώνης Καρακούσης, ο νυν διευθυντής του Βήματος. Μόνο που τότε – το μακρυνό 1997 – ήταν στην Καθημερινή.”
[...]
“«Ο ΔΟΛ είναι μια υγιής επιχείρηση» – Πρόκειται για άλλη μία από τις διαπιστώσεις του Β. Χιώτη στην ίδια δίκη, το 2008. Εκείνη τη χρονιά, ωστόσο, ο ΔΟΛ είχε ζημιές ύψους 5,9 εκατ. ευρώ. Το 2009, η μητρική εταιρεία είχε ζημιές  6,7 εκατ. ευρώ. Ο όμιλος ΔΟΛ εμφανίζει ζημιές σε 7 από τις 11 χρήσεις στο διάστημα 1999-2009. Οι υψηλότερες ζημιές καταγράφονται το 2001 με 29,8 εκ. ευρώ, ενώ το 2009 οι ενοποιημένες ζημιές έφτασαν τα 16,2 εκ. ευρώ.”
[...]
“Η πανελλαδική κυκλοφορία των Νέων, το 2006, ήταν 67.660 φύλλα την ημέρα, κατά μέσο όρο. Το 2011 ήταν 39.058. Η πανελλαδική κυκλοφορία του Βήματος της Κυριακής, το 2006, ήταν 207.575 φύλλα. Το 2011 ήταν 122.260.”

Δεν υπάρχουν σχόλια:

back to top