Κριτικοί Εκπαιδευτικοί Αναστοχασμοί

Τα παρακάτω κείμενα είναι πανεπιστημιακές σημειώσεις που καταγράφονταν σε μεταπτυχιακό σεμινάριο με καθηγήτρια την κα Πόπη Πηγιάκη το ακαδημαϊκό έτος 2011-2012

«Τα παιδιά ως φιλόσοφοι»- Αφορμή για κριτικό εκπαιδευτικό αναστοχασμό


        Διαβάζοντας το βιβλίο "Τα παιδιά ως φιλόσοφοι" παρατηρώ ότι οι λέξεις στην εκπαίδευση είναι γεμάτες μύθους, στερεότυπα, παραποιήσεις, στρεβλώσεις, λανθασμένες παγιωμένες αντιλήψεις. Χρειάζεται λοιπόν ένας αναστοχασμός πάνω στην εκπαιδευτική γλώσσα. Ακολουθούν οι παρακάτω προσπάθειες αναστοχασμού με βάση τις απορίες που δημιουργεί το βιβλίο.

        Πρέπει ο εκπαιδευτικός να προσπαθεί να καταστήσει το μάθημα ενδιαφέρον;
        Αυτό είναι ένα ερώτημα-παγίδα που θέτει ο Dewey. Ο μαθητής είτε έχει ενδιαφέρον για το μάθημα είτε όχι. Δε μπορεί ο εκπαιδευτικός να το καταστήσει ενδιαφέρον. Πρέπει το παιδί το ίδιο να αισθανθεί ότι είναι ενδιαφέρον για τον εαυτό του. Ρίχνεται επομένως λανθασμένα η ευθύνη της επιτυχημένης διδασκαλίας στο εκπαιδευτικό από το αν θα καταφέρει να καταστήσει το μάθημα ενδιαφέρον.

       Ποιες θεωρεί ο εκπαιδευτικός καλές ιδιότητες ενός μαθητή;
       Θεωρείται κυρίως η υπακοή. Ο υπάκουος μαθητής είναι μια έννοια γεμάτη προκατάληψη. Πρέπει να επαναπροσδιοριστεί. Η ανάγκη για επιτυχημένη διδασκαλία συμβαίνει να απαιτεί τον υπάκουο μαθητή, διαφορετικά υπάρχει δυσκολία στη διδασκαλία. Ο εκπαιδευτικός θεωρεί ότι μεταδίδει γνώση. Μπορεί ο μαθητής ή μάλλον πρέπει να είναι υπάκουος στη γνώση; Ο Dewey θεωρεί ότι αυτό είναι ένα ψευδοερώτημα. Είναι η μαθησιακή ετοιμότητα σωστό να είναι επιθυμητή και, ακόμα περισσότερο, είναι εφικτή; Αυτό συνεπάγεται ότι ο εκπαιδευτικός πρέπει να επιβάλλει κάτι. Είναι, επομένως, ένα θέμα που αναδεικνύει μια σειρά από άλλα ζητήματα. Ο μαθητής, για παράδειγμα, πώς μπορεί να δέχεται τις ενέργειες του δασκάλου για μαθητική ετοιμότητα, χωρίς να υποστεί πίεση, χωρίς να νιώθει ότι του επιβάλλονται; Άρα, καταλήγουμε στο ότι είναι επιθυμητή η εσωτερική θέληση του μαθητή και όχι η πειθαρχία από εξωτερική επιβολή. Από εδώ προκύπτει η βασική διαφορά ενός φιλελεύθερου σχολείου με ένα συντηρητικό.

       Έχει ο εκπαιδευτικός συνείδηση της σχολικής πραγματικότητας; Μπορεί να αντέξει εύκολα την κριτική;
       Οι εκπαιδευτικοί δε μπορούμε να δεχτούμε την κριτική εύκολα. Είναι θέμα ψυχολογίας. Λειτουργούν οι μηχανισμοί άμυνας που βοηθάνε το άτομο, όταν βάλλεται ο ιδανικός εαυτός του, να περισώσει την εικόνα και το κύρος του από τις κατηγορίες των άλλων. Επειδή ακριβώς δε μπορεί ο καθηγητής να δεχτεί την κριτική εύκολα, διαμορφώνει μια αυστηρή στάση απέναντι στο μαθητή, πράγμα που τον απομακρύνει από αυτόν χωρίς να έχει συνείδηση της πραγματικότητας. Επομένως, οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί έχουν προκαταλήψεις και δε το γνωρίζουν. Χρειάζεται να γίνει ένας συλλογισμός για να επαναδιαπραγματεύσουν τις απόψεις τους πάνω στην εκπαιδευτική γλώσσα, καθώς επικρατούν προκαταλήψεις για τις έννοιες των λέξεων. Λάθος αρχικές εκτιμήσεις δημιουργούν συγκεκριμένα συναισθήματα και στη συνέχεια προκαταλήψεις. Η προκατάληψη συναισθημάτων σημαίνει ότι κάποιος έχει ψευδείς, μη αληθινές ερμηνείες για τα συναισθήματά του. Χρειάζεται να κάνουν οι εκπαιδευτικοί αυτοδιαχείριση συναισθημάτων, δηλαδή να τα κρίνουν, να τα αιτιολογήσουν, να προσέχουν τις ερμηνείες που δίνουν στα γεγονότα, γιατί τα συναισθήματά τους και οι απόψεις τους είναι μεστά από στρεβλώσεις, όπως και οι έννοιες που αφορούν την εκπαίδευση.

        Σε ποια άλλα ζητήματα αναγνωρίζω ότι έχω προκαταλήψεις; Εγώ μπορώ να κάνω αυτοκριτική; Μπορώ να δεχτώ την κριτική από τους άλλους; Πώς διαμορφώνω την ψυχολογία των μαθητών και πόσο την καταλαβαίνω; Κάνω αγώνα να τις αποφύγω;
       Αυτό που λείπει από τη διδασκαλία είναι η διδακτική αρχή τηςλογικότητας, μια αρχή δηλαδή που πρέπει να διέπει τη διδασκαλία και την οργάνωσή της και η οποία σημαίνει τη λογική διαχείριση των δεδομένων των παιδιών και των απαιτήσεων των γνωστικών αντικειμένων, τη λογική που απλά συνδέει τα συναισθήματα των παιδιών με το γνωστικό αντικείμενο. Να προτείνω τη λεπτή ισορροπία, τη λογική που συνδέει τα συναισθήματα των παιδιών με το αντικείμενο. 

Joanna Haynes. Τα παιδιά ως φιλόσοφοι. Μάθηση μέσω έρευνας και διαλόγου στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Πρόλογος - Μετάφραση: Γιάννης Τζαβάρας. Αθήνα: Μεταίχμιο, 2009.
https://docs.google.com/document/d/13fbp_bKI1PCOtItP2XIISOFz70SLSlLNMjgNyEuCjlw/edit


«Ηθικά χαρακτηριστικά του αναστοχασμού»- Αφορμή για κριτικό εκπαιδευτικό αναστοχασμό

           Ερευνητικά ερωτήματα που προκύπτουν από τη θεματική «Ηθικά χαρακτηριστικά του στοχασμού»:

          Μπορούμε μέσα από την εκπαιδευτική διαδικασία να δημιουργήσουμε ηθικούς χαρακτήρες; Τι είδους χαρακτήρες επιδιώκουμε να γίνουν οι μαθητές;
          Με βάση το κείμενο το βασικό στοιχείο της εκπαίδευσης σχετικό με τη λειτουργία του σχολείου που είναι κυρίως αρνητικό είναι η προγραμματισμένη εκπαίδευση. Η εκπαίδευση δηλαδή που είναι ανελαστική, αποφασισμένη από άλλους. Αντιδιαστολή σε αυτό το σχολικό μοντέλο υπήρξε το ελεύθερο σχολείο, όπου η επιλογή των μαθημάτων από τους μαθητές γίνεται ελεύθερα και όπου η κύρια δραστηριότητα δεν είναι η διδασκαλία αλλά οι μαθητικές κοινότητες.

          Θα μπορούσαν οι μαθητές να θέσουν ένα λόγο ηθικού κώδικα; Κατά πόσο θα ήταν δικές τους οι ιδέες, όπως για παράδειγμα ο σεβασμός στον εαυτό, στον άλλο, κτλ;
          Σε ένα προγραμματισμένο σχολείο είναι αδύνατον να δημιουργηθούν ηθικοί χαρακτήρες καθώς βασικό στοιχείο της συναισθηματικής ωρίμανσης είναι η αυτοπεποίθηση που γεννάται από ένα περιβάλλον αγάπης που του δημιουργεί ασφάλεια και μια μέριμνα για τους άλλους και όχι εγωισμό, κακό ανταγωνισμό και αδιαφορία.
          Ο ηθικός χαρακτήρας δε δημιουργείται. Αν κάποιος δε θέλει να μάθει, δεν είναι κανείς αρμόδιος να του επιβάλλει να μάθει. Σημαντικό σε αυτήν την ιδέα είναι ο στοχασμός. Προκύπτει από την ελευθερία στο διάλογο στον οποίο δίνεται χώρος και χρόνος να στοχάζεσαι. Μέσα σε μια τέτοια διαδικασία προκύπτει ο ηθικός χαρακτήρας. Διακρίνεται στον αλληλέγγυο στοχασμό, τον κριτικό στοχασμό και το δημιουργικό στοχασμό. Αλληλέγγυος στοχασμός: δραστηριότητες στην έκφραση συναισθημάτων, σκέψεων, κτλ. Ο αλληλέγγυος στοχασμός είναι αυτός που είναι παραμελημένος κυρίως στο σχολείο είναι όμως σημαντικός για την μέριμνα για τους άλλους, το σεβασμό, την αποδοχή των διαφορετικών απόψεων, τον αλληλέγγυο τρόπο σκέψης. Αλληλεγγύη είναι η δυνατότητα στα μέλη μιας ερευνητικής κοινότητας να επιλέξουν τα θέματα μιας συζήτησης. Αντίστοιχη δυνατότητα δίνεται στους μαθητές των ελεύθερων σχολείων να καθορίσουν οι ίδιοι τις ανάγκες τους και να ορίσουν τα αντικείμενα της μάθησης τους. Κάτι τέτοιο θα ήταν πιο αποδοτικό και κυρίως τα αποτελέσματα της μάθησης με βάση τα προσωπικά ενδιαφέροντα θα ήταν πιο μακροχρόνια και εμφανή στη διαμόρφωση του ηθικού χαρακτήρα των μαθητών.
          Η έννοια της ερευνητικής κοινότητας είναι ευρύτερη της μαθητικής κοινότητας. Μπορεί να λάβει χώρο και εκτός σχολείου. Οι διαδικασίες της όμως μπορούν να ακολουθηθούν και στο σχολείο για την ανάπτυξη του φιλοσοφικού στοχασμού των παιδιών. Αυτός θα βοηθήσει μαθητές και εκπαιδευτικούς από την ανάγκη να είναι βέβαιοι για τα πάντα.

          Μπορεί ο εκπαιδευτικός να είναι δίκαιος;
          Υφίσταται ένα σύνδρομο του σωστού. Η ανάγκη του δηλαδή να έχει βέβαια αποτελέσματα. Η παιδαγωγική δεν οφείλει να έχει βέβαια αποτελέσματα. Ωστόσο, η οργάνωση της εκπαιδευτικής λειτουργίας δεν του επιτρέπει να είναι δίκαιος, όπως για παράδειγμα το να είναι δίκαιος με τους μαθητές, καθώς τους αξιολογεί χωρίς να τους γνωρίζει.
            Η αναζήτηση της αλήθειας δεν είναι μια διαδικασία με βέβαια αποτελέσματα, καθώς δεν υπάρχει μια και μοναδική αλήθεια, αλλά αλλάζει ανάλογα τις περιστάσεις, τα φαινόμενα που κρίνουμε και τα δικά μας δεδομένα με τα οποία κρίνουμε. Για την αναζήτηση της αλήθειας ο στοχασμός ως βασικό δείγμα δικαιοσύνης κρίνεται απολύτως αναγκαίος στη σχολική πραγματικότητα των προσχεδιασμένων και έτοιμων απαντήσεων. Κάθε άποψη κρύβει ένα ψήγμα αλήθειας άξιο να διερευνηθεί.    

            Πώς μπορεί ένας εκπαιδευτικός να γνωρίσει πραγματικά τους μαθητές, τις κρίσεις τους, τα μειονεκτήματά του, τι σκέφτονται για την εκπαιδευτική θεωρία;
            Αυτά μπορούν να γίνουν με τον εκπαιδευτικό διάλογο. Αυθεντικός διάλογος: Ο στόχος του διαλόγου είναι όχι να πείσω για την ορθότητα των απόψεων, αλλά να ακούσω ενδιάθετα τι έχει να πει ο άλλος.
            Διαστάσεις του στοχασμού είναι το αίσθημα και το συναίσθημα. Βασική λειτουργία λοιπόν της ερευνητικής κοινότητας είναι η διαρκής θέση ερωτημάτων με σκοπό τη συζήτηση, που θα σχετίζονται με τον τρόπο συμπεριφοράς μας ως ανθρώπινα όντα αλλά και την άσκηση στο αίσθημα και το συναίσθημα.


ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ- Αφορμή για κριτικό εκπαιδευτικό αναστοχασμό


        Ποιες έννοιες μας έρχονται στο μυαλό με το θέμα ανθρώπινα δικαιώματα;
        H μη παραβίαση των αρχών του ανθρώπου, όπως η δικαιοσύνη, η αυτονομία, η ελευθερία σκέψης, η ελευθερία δράσης στο χώρο και σύναψης ανθρώπινων σχέσεων, η σωματική και ψυχική ακεραιότητα, η ισοτιμία και η ισονομία, η προστασία των προσωπικών δεδομένων, η ελεύθερη έκφραση των ενδιαφερόντων και των αναγκών των άλλων, η αποδοχή της θρησκευτικής διαφοράς και προέλευσης των άλλων.

        Σε τι αδικώ εγώ τον μαθητή; Είμαι δίκαιος; Τι με προβληματίζει σχετικά με το αν είμαι δίκαιος εκπαιδευτικός ή όχι; Τι κάνω για να ικανοποιώ την ανάγκη των μαθητών για δικαιοσύνη; Πως διαχειρίζομαι την εξουσία του ρόλου μου;
        Το δημοκρατικό σχολείο που οραματίστηκε ο Dewey στηρίζεται στην έννοια της πρωτοβουλίας. Η κύρια αδικία του σχολείου έγκειται στο ότι οι μαθητές δεν οδηγούνται να παίρνουν πρωτοβουλίες, με αποτέλεσμα να μην εκφράζονται ελεύθερα. Το κύριο ερώτημα ποιος θα προσφέρει την εκπαίδευση στους μαθητές είναι αυτό που χρειάζεται επαναδιαπραγμάτευση. Αυτό δεν οφείλει να είναι, όπως και τα άλλα θέματα της εκπαίδευσης δικαίωμα επιλογής; Ένα παιδί δε γνωρίζει καν άλλωστε πώς αξιολογείται και για ποιο λόγο. Γιατί η διαδικασία της αξιολόγησης προϋποθέτει ότι γνωρίζω καλά τον αξιολογούμενο για να είμαι όσο τον δυνατόν πιο δίκαιος. Η διαδικασία αυτή υποβαθμίζεται κυρίως στην β΄/θμια εκπαίδευση, όπου οι εκπαιδευτικοί και οι μαθητές είναι περισσότεροι ανά τμήμα, και άρα ο χρόνος για ουσιαστικές διαπροσωπικές σχέσεις μικρότερος. Άρα χρειάζεται μία αναδιοργάνωση του σχολείου για να γίνει πιο δίκαιο.
         Τα σχολικά κτίρια εξάλλου δεν αποπνέουν καθόλου ασφάλεια για τη σωματική ακεραιότητα των μαθητών. Η ψυχική τους υγεία δεν προστατεύεται επίσης καθώς κινδυνεύει από το άγχος της διάκρισης, των εξετάσεων, τον ανταγωνισμό, τη συνεχή κριτική. Η αυτοαντίληψη και η αυτό-εικόνα του μαθητή περνάει από δύσκολες φάσεις αμφισβήτησης. Ο διαχωρισμός ανά καλούς-κακούς μαθητές, ανά χώρα προέλευσης, ανά κοινωνική τάξη, εμφάνιση, εξωσχολικών δράσεων, φύλο είναι διακρίσεις που δεν προάγουν τη δημοκρατική βάση του σχολικού χώρου. Το μετατρέπουν σε ίδρυμα διάκρισης μειονοτήτων περισσότερο ή λιγότερο ευδιάκριτες. Σε αυτή την τελευταία κατηγορία ανήκουν μαθητές ομοφυλόφιλοι, ειδικών αναγκών, ειδικών μαθησιακών δυσκολιών, μαθήτριες  εγκυμονούσες, μαθητές εργαζόμενοι, κακοποιημένα παιδιά από την οικογένεια ή τον εκπαιδευτικό. Συχνά τα παιδιά κινδυνεύουν από τα ίδια τα παιδιά (bulling). Η ειρωνεία και ο χλευασμός συχνά περιορίζουν τα δικαιώματα ελευθερίας των άλλων.
          Συμπεραίνεται ότι το σχολείο είναι ένας χώρος συγκρουσιακός, στον οποίο τα ανθρώπινα δικαιώματα κάθε άλλο παρά προστατεύονται. Οι εκπαιδευτικοί κάθε άλλο παρά δίκαιοι είναι, καθώς καταλήγουν μέσα σε μια τέτοια σχολική λειτουργία να γίνονται ανεπαρκείς. Αρχικό στάδιο προς  τη δημοκρατικότερη βάση του σχολείου είναι η ανοχή προς την ιδιαιτερότητα του άλλου.

           Πώς μπορώ να διδάξω την ανοχή στους μαθητές; Πώς μπορεί να προσφέρει στήριξη στους μαθητές το σχολείο; Η εκπαιδευτική πολιτική πώς πρέπει να διαμορφώνεται γι’ αυτά τα παιδιά; Δύο επιλογές τίθενται για το θέμα αυτό: να υπάρχει να ένας ειδικός ως ψυχολόγος (πβ. θεσμόςcounselor Aμερικής, περιπατητικών εκπαιδευτικών Αγγλίας) που να επιβλέπει κάποια σχολεία και η δεύτερη επιλογή είναι να αποφασίζεται αν θα μεταφέρονται ή να αφήνονται τα παιδιά αυτά στα κοινά σχολεία έχοντας τους εκπαιδευτικούς τους ίδιους ως counselors. Αυτό σημαίνει ότι η εκπαίδευση του εκπαιδευτικού πρέπει να συμπεριλαμβάνει schoolcounseling και κάθε σχολείο πρέπει να περιλαμβάνει ένα σύστημα pastoralsystem care: δηλαδή ένα σύστημα ποιμενικής φροντίδας. Αυτό εφαρμόζεται μέσα στο σχολείο με την αφιέρωση μιας διδακτικής ώρας σε συναντήσεις μεταξύ όλων των εκπαιδευτικών με μαθητές σε μια αναλογία 1 εκπαιδευτικός προς 10 μαθητές ποικίλων ηλικιών. Μέσα σε αυτές τις συναντήσεις συγκροτείται η σφυρηλάτηση των σχέσεων μεταξύ των εμπλεκόμενων στην εκπαίδευση με απώτερο σκοπό την ελευθερία έκφρασης από τους μαθητές και τον περιορισμό της εξουσίας του εκπαιδευτικού.
       Στην Ελλάδα οι ελλείψεις σε λειτουργίες επιμόρφωσης κάνουν το ελληνικό σχολείο να μοιάζει τόπος επικράτησης της αδικίας. Η εκπαίδευση των δασκάλων, λοιπόν, πρέπει να γίνεται πάνω στη Διδακτική επάρκεια και στη Συμβουλευτική. Χρειάζεται να έχει προηγηθεί η συμβουλευτική στους ίδιους τους εκπαιδευτικούς ώστε να είναι ικανοί και οι ίδιοι να κάνουν συμβουλευτική στα παιδιά. Παράλληλα, χρειάζεται μια διαφορετική κουλτούρα αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου: η προοπτική πρέπει να είναι όχι στην αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας, αλλά στην αξιολόγηση από άλλα σχολεία μέσω του θεσμού των επισκέψεων σε άλλα σχολεία και μετέπειτα συζήτησης μεταξύ των φορέων για περισσότερο αληθή αποτελέσματα και σωστότερη διαχείριση των προβλημάτων.
     Από τα ερωτήματα που προκύπτουν από την παρουσίαση της μελέτης για την διερεύνηση του ερωτήματος κατά πόσο προστατεύονται τα ανθρώπινα δικαιώματα στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, εκείνο που δημιουργεί περισσότερο αμφιβολίες και ανησυχίες είναι το κατά πόσο είμαστε δημοκρατική χώρα. Γιατί αυτό το ερώτημα περιλαμβάνει όλα τα υπόλοιπα. Η μη τήρηση των ψηφισμάτων των διεθνών συμβάσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι το ένα μέρος του προβλήματος, καθώς, γενικότερα, η Ελλάδα δε βλέπει θετικά την προσέλευση των μεταναστών, έτσι ώστε το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα να μη δείχνει πραγματικό ενδιαφέρον στους μετανάστες αλλά και στους παλιννοστούντες μαθητές. Το πρόβλημα, λοιπόν, του ρατσισμού είναι αυτό που εκτιμάται ως ένας από τους πιο εμφανείς τομείς, όπου αναφαίνεται η καταπάτηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων. https://docs.google.com/document/d/1VGTvy7y3iDwLyS3L9aJ_puk2XUuE9UIxqHGYy66twbk/edit 


ΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ- ΚΡΙΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ- Αφορμή για κριτικό εκπαιδευτικό αναστοχασμό

            Με βάση τις έννοιες Γραμματισμός- Κριτική Εκπαίδευση δημιουργούνται τα εξής ερωτήματα για αναστοχασμό:

            Τι είναι κριτική σκέψη; Σε τι διαφέρει από τον κριτικό γραμματισμό;
            Κριτική σκέψη σημαίνει αποστασιοποίηση (detachment) από τα γεγονότα και επανανοηματοδότηση της αλήθειας, η αξιολόγηση των δεδομένων, η έλλειψη παθητικότητας, η ανάγκη ύπαρξης διαφορετικών οπτικών ως προϋπόθεση της αμφιβολία και της αμφισβήτησης. Η αμφιβολία σ’ όλα τα πράγματα κάνει τον άνθρωπο να προσπαθεί να τα προσεγγίζει με αντικειμενικότητα. Ένας σοφός σκεπτικισμός είναι η πρώτη συμβολή στην αναζήτηση της αλήθειας. Στην προσπάθεια, λοιπόν, της έρευνας για την αλήθεια είναι ανάγκη ν’ αμφιβάλουμε για το καθετί, όσο μπορούμε περισσότερο.

            Τι είναι αντικειμενική αλήθεια; Η επιστημονική αλήθεια είναι αντικειμενική; Με ποιες μεθόδους έρευνας βρισκόμαστε πιο κοντά στην αλήθεια; Στην καθημερινή ανίχνευση της πραγματικότητας υπάρχει αντικειμενικότητα; Πώς συνδέονται η κριτική σκέψη με την αναζήτηση της αντικειμενικής αλήθειας;
            Η κλασική πορεία μέχρι τώρα στην αναζήτηση της αλήθειας ήταν λίγο ως πολύ προκαθορισμένη. Η αρχή στην αναζήτηση της αλήθειας ήταν η παρατήρηση και έπειτα μέσω της μίμησης η αποδοχή των παραδεδεγμένων προτύπων (πρωτογενής σκέψη). Πιο οργανωμένες έννοιες, εμπειρία και αμφισβήτηση αυθεντιών είναι το επόμενο στάδιο στην ανέρευση της αλήθειας (δευτερογενής σκέψη).
            Το σχολείο επίσημα βασίζεται σε αντικειμενικά αποδεκτές αλήθειες, που τις προάγει μέσω της αυθεντίας του δασκάλου. Οι ενδοιασμοί είναι στο αν το σχολείο με αυτόν τον τρόπο καταντάει ένα ίδρυμα, που έχει το σύνδρομο του σωστού- λάθους, με αποτέλεσμα να λειτουργεί μηχανιστικά και να καταντάει ρουτίνα. Χρειάζεται μια εκπαίδευση που θα αμφισβητεί, θα ασχολείται με  τις υποκειμενικές αλήθειες (universal truths). Η ευθύνη, λοιπόν, επιστρέφει στα πανεπιστήμια, εκεί όπου οι πανεπιστημιακοί τομείς λειτουργούν συντεχνιακά, χωρίς μεταξύ τους συνεργασία.
            Χρήσιμη είναι η έννοια του Hubbermass universal truths, δηλαδή οι υποκειμενικές αλήθειες (Ηθική της επικοινωνίας) για την ανάλυση λόγου μέσα από διδασκαλίες, για να ξεφύγουμε από τις δασκαλοκεντρικές διδασκαλίες. Η πρώτη φάση είναι να δίνονται σταδιακά μορφές ελευθερίας στο μαθητή, ώστε να μάθουν να σκέφτονται και να αυτονομούνται. Περισσότερο κοντά βρίσκεται η επιστήμη σήμερα να δεχτεί την ύπαρξη πολλών αληθειών. Η αποφυγή της μίμησης είναι μια άσκηση πολύ δύσκολη. Κατ’ επέκταση τα εκπαιδευτικά curricula οδηγούν συστηματικά στην αποδοχή παραδεδεγμένων αξιών και αληθειών. Χρειάζεται γι' αυτό το λόγο μια ενεργή συμμετοχή μέσω της βοήθειας της κριτικής σκέψης.
            Η κριτική σκέψη είναι η συνέχεια της δημοκρατικής εκπαίδευσης. Σύμφωνα, άλλωστε, με τον Dewey η δημοκρατική- κριτική εκπαίδευση, δεν έχει δεδομένο αποτέλεσμα και όσο πιο απρογραμμάτιστη τόσο περισσότερο ελεύθερη και δημοκρατική γίνεται. Η εμπιστοσύνη σε ποιοτικά χαρακτηριστικά, όπως η κριτική, η συνείδηση, είναι προτιμότερα από την εμπιστοσύνη σε ένα πρόγραμμα περιχαράκωσης. Ο κριτικός γραμματισμός είναι απαραίτητος ως αντίσταση στα υπάρχοντα αναλυτικά εκπαιδευτικά προγράμματα. Ο κριτικός γραμματισμός δίνει έμφαση στην κοινωνική συνειδητότητα για την ορθή χρήση της εξουσίας. Οι κοινωνικοί μετασχηματισμοί, οι οποίοι συντελούνται μέσω δράσεων, χρειάζονται αμφισβητήσεις των κοινωνικών θεσμών. Στη διαδικασία αυτή σπουδαία είναι η συνειδητοποίηση. Συνειδητοποίηση δηλαδή του εαυτού μου, των επιλογών μου, κτλ. Ο λόγος είναι εξουσία. Για να ελεγχθεί η κατάχρηση της εξουσίας χρειάζεται πάλι ο λόγος και η δράση με την έννοια της ενεργούς συμμετοχής ως μέσα για διαπραγματεύσεις, διεκδικήσεις και αλλαγές υπέρ των ελευθεριών. Η κριτική σκέψη καταλήγει να θέτει ένα θέμα δράσης. Η δράση μπορεί να ανατρέψει τα εμπόδια ελευθερίας στο σχολείο. Οι εκπαιδευτικοί χρειάζεται πρωτίστως, για να απελευθερώσουν τους μαθητές, να κάνουν θεμιτή χρήση της εκπαιδευτικής εξουσίας.

            Τι είναι σχολικός γραμματισμός:
            Η κατανόηση των νοημάτων ενός κειμένου, η κοινωνική πρακτική που εκπορέει από τα κείμενα μπορεί να λειτουργήσει ως ελευθερωτής της σκέψης και οι εκπαιδευτικοί ως μεταδότες στη διαδικασία αυτή. Αυτή είναι η έννοια του σχολικού γραμματισμού. Critical review: τρόπος ερμηνείας κειμένου, στο οποίο πρώτα αξιολογούνται τα θέματα μέσω ριζοσπαστικών ερωτήσεων, παραμερίζεται η εμμονή στην περιγραφή και προσεγγίζεται η ανάλυση των εννοιών. Ωστόσο, οι παιδαγωγοί χρειάζεται να προσπαθούν να μετασχηματίζουν πρώτα απ’ όλα τον εαυτό τους και τη σκέψη τους και έπειτα να προωθούν την κοινωνία μέσω της εκπαίδευσης.
            Οι δραστηριότητες του σχολείου πρέπει να έχουν ενδιαφέρον και νόημα για τους μαθητές, να δημιουργούν αφορμές για κριτική προσέγγιση, ώστε να μην είναι παθητικοί στη διαδικασία της γνώσης. Απώτερος στόχος είναι η βελτιστοποίηση και η αλλαγή των αναλυτικών προγραμμάτων, που περιχαρακώνουν τις πηγές γνώσης και το περιεχόμενό τους. Ένας εποικοδομητικός τρόπος κριτικής διδασκαλίας είναι ο παραμερισμός του αναλυτικού προγράμματος και ο ορισμός του περιεχομένου της γνώσης από ένα σύλλογο διδασκόντων, ο οποίος θα το παρακολουθεί, θα το εκτιμά και θα το αναθεωρεί.
            Ένα σχολείο χωρίς αναλυτικό πρόγραμμα είναι περισσότερο αποτελεσματικό; 
            Αυτό το μοντέλο εφαρμόζεται στα ΣΔΕ (Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας) και ονοματίζει τη παρεχόμενη γνώση ανάλογα το είδος της γενικά (γλωσσικός/ περιβαλλοντικός/ οπτικός γραμματισμός, κτλ.).
            Άλλες επιλογές βελτίωσης προς ένα κριτικό σχολείο είναι το να μαθαίνει περισσότερο από την κοινωνία και να εμμένει λιγότερο στα κείμενα. Η σύνδεσή του με την πραγματικότητα μπορεί να ξεκινήσει από την ορθολογικότερη επιλογή συγγραμμάτων. Ένα βήμα παραπέρα προς την καλλιέργεια κριτικής σκέψης είναι η παρώθηση των μαθητών για δημιουργία προσωπικών κειμένων από άλλα κείμενα. Έτσι επιτυγχάνεται η βιωματικότητα της εκπαίδευσης. Έτσι, η κοινωνία έρχεται πιο κοντά στο σχολείο και αφουγκράζεται τα προβλήματά της.


Κριτική σκέψη και εκπαίδευση- Αφορμή για κριτικό εκπαιδευτικό αναστοχασμό


         Τι είναι κριτική/ δημιουργική σκέψη;
      «Η κριτική σκέψη, αντίθετα με την απλή σκέψη, συνεπάγεται ότι το άτομο έχει την ικανότητα και την βούληση να αποστασιοποιηθεί προς στιγμήν από τις προσωπικές του πεποιθήσεις, τις κοινωνιογνωστικές του προκαταλήψεις και τα συμφέροντά του και να εξετάσει τα πραγματικά και λογικά στοιχεία, τα οποία στηρίζουν και ερμηνεύουν έννοιες, πληροφορίες, σχέσεις, κρίσεις, συλλογισμούς, φαινόμενα, στάσεις και σκόπιμες πράξεις, καθώς επίσης να αναζητήσει τις παραδοχές και τις συνεπαγωγές κάθε άποψης και τους δυνατούς τρόπους θεώρησης των πραγμάτων από διαφορετική σκοπιά» (Ματσαγγούρας, Θεωρία και πράξη της διδασκαλίας, Στρατηγικές διδασκαλίας: Από την πληροφόρηση στην κριτική σκέψη, Τόμ. Β΄ (Αθήνα 1994), 27). Ο Siegel επίσης πολύ περιεκτικά περιγράφει η κριτική σκέψη ως εκείνο το είδος στοχασμού, που «παρακινείται από τα κατάλληλα αίτια». «Η νοημοσύνη και η λογική που διαθέτει ο άνθρωπος δεν είναι αρκετά για να αγωνιστεί στη ζωή, αν δεν καλλιεργήσει και την κριτική του σκέψη. Κριτική σκέψη ονομάζεται η διανοητική ικανότητα του ανθρώπου, η λειτουργία της οποίας του επιτρέπει να κρίνει κάθε πληροφορία που του προσφέρεται ως προς την αλήθεια, τη γνησιότητα και την ορθότητα ή το αντίθετο. Ένας πραγματικά ελεύθερος άνθρωπος δεν μπορεί να δέχεται κάθε πληροφορία και να την αποδέχεται χωρίς μία λογική επεξεργασία και κριτική. Δεν υπάρχει στιγμή στη ζωή μας κατά την οποία δεν κρίνουμε πρόσωπα, ιδέες, αντικείμενα, καταστάσεις, γεγονότα. Κρίνουμε το παρελθόν και το παρόν και διερωτόμαστε για το μέλλον. Ο άνθρωπος που δέχεται χωρίς κριτική σκέψη πληροφορίες, θεωρίες και καταστάσεις, γίνεται συνήθως θύμα και παγιδεύεται από αυτές στη ζωή του. Μόνον όποιος κρίνει και δέχεται με σχετική επιφύλαξη και κριτική διάθεση κάθε τι το νέο, κάθε ιδέα, πρόταση, άποψη, πληροφορία μπορεί να μείνει αδέσμευτος». Παύλος Κυριακίδης, «Κριτική Σκέψη», Πρακτικά του Ελληνικού Ινστιτούτου Εφαρμοσμένης Παιδαγωγικής και Εκπαίδευσης (ΕΛΛ.Ι. Ε. Π. ΕΚ.), 3ο Πανελλήνιο Συνέδριο με θέμα: «Κριτική, Δημιουργική, Διαλεκτική Σκέψη στην Εκπαίδευση: Θεωρία και Πράξη», Αθήνα, 13‐14 Μαΐου 2006.
        Διαβάζοντας τις παραπάνω ερμηνείες συνειδητοποιούμε πόσο συχνά η ελευθερία προσωπικής γνώμης είναι τόσο περιορισμένη στο σύγχρονο μοντέλο εκπαίδευσης. Άραγε πόσο δικές τους είναι οι απαντήσεις που εκφέρουν οι μαθητές; Πιθανότερο είναι να συμβαίνει να κατευθύνεται η σκέψη σε κανάλια που θα καταλήγει σε συγκεκριμένα αποτελέσματα. 
         Η ελληνική κοινωνία έχει ανάγκη από εκπαιδευτικούς που σκέφτονται ελεύθερα, θα τιμούν το λειτούργημά τους και θα υποστηρίζουν επιστημονικά την προσέγγιση του ευαίσθητου αντικειμένου τους. Ηπολυφωνία, η διαφωνία, η τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία, η έλλογη αντιπαράθεση και η κριτική αποτελούν αναπόσπαστα μέρη της ελεύθερης εκπαίδευσης. Χρειάζεται θαρραλέα και αξιοπρεπή στάση από τους εκπαιδευτικούς στην ανάληψη του δύσκολου λειτουργήματός τους.
      Ο διάλογος στην εκπαίδευση πρέπει να περιλαμβάνει τα συναισθήματα, τη διαίσθηση, την ευαισθησία για τα προβλήματα, τη φαντασία. Έτσι μπορεί να είναι δημιουργικός και να οδηγήσει στην αναστοχαστική σκέψη (reflective thinking). Η ενεργή επίμονη και προσεκτική παρατήρηση στη σκέψη πρέπει να εξουδετερώσει την κυριαρχούσα παθητική αντιμετώπιση στη σκέψη. Συζητήσεις με εκπαιδευτικούς και από τη μικρή προσωπική μου εμπειρία βλέπω ότι οι μαθητές δυσκολεύονται να παράγουν δικές τους απαντήσεις. Είναι μαθημένοι σε απαντήσεις που διαμορφώνονται πάνω σε έτοιμα καλούπια και το ατυχές είναι ότι έχουν μάθει αυτές να εκτιμάνε και να θεωρούν σωστές. Οτιδήποτε ξεπερνάει αυτό που «περιμένει ο δάσκαλος», «αυτό που θα γίνει αποδεκτό από τον βαθμολογητή», είναι περιττό. Διαμορφωμένες εκφράσεις τύπου «το νου σας μην γράψετε κάτι τέτοιο θα σας κόψουν, μην το επεκτείνετε τόσο ο βαθμολογητής θα κουραστεί, μην πάτε να του κάνετε τον εξυπνάκια» δείχνουν μία απελπιστική διάσταση του πόσο κριτική είναι η παιδεία που παράγεται σήμερα. Πιθανότερο είναι κάτι τέτοιο να είναι και προτιμητέο από την κυρίαρχη πολιτική γιατί η κριτική σκέψη είναι η δύναμη εκείνη που προάγει συνειδητοποιήσεις, αλλαγές, απαιτήσεις και επαναστάσεις. Όταν υπάρχουν ποικίλα ρεύματα που αποχαυνώνουν τον σύγχρονο άνθρωπο από το να λειτουργεί με πρωτοτυπία, πάνω σε πραγματικές συνθήκες με σκοπό την αλλαγή την ατομική και την κοινωνική, ρεύματα όπως η επιρροή των ΜΜΕ, του καταναλωτισμού, του μειωμένου ελεύθερου χρόνου, της συσσώρευσης άχρηστων πληροφοριών, χάνεται η σκέψη που θα συντελεί στη δημιουργία. Βολεύεται μέσα σε προαποφασισμένες επιλογές και αφήνει άλλους να την κυριαρχήσουν. Χωρίς την κριτική σκέψη ο σύγχρονος άνθρωπος είναι καταδικασμένος. 



Ελευθερία και Εκπαίδευση- Αφορμή για κριτικό εκπαιδευτικό αναστοχασμό

Τι εννοούμε Ελευθερία στην Εκπαίδευση;

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ: Σύμφωνα με το άρθρο 13 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά Κοινωνικά και Πολιτικά Δικαιώματα του ΟΗΕ που δεσμεύει την Ελλάδα από το 1985 (ν. 1532/85) και το οποίο έχει το ίδιο περιεχόμενο με το άρθρο 16 του Ελληνικού Συντάγματος:  «Η σύγχρονη εκπαίδευση οφείλει να ενισχύει το αίσθημα αξιοπρέπειας κάθε ατόμου, να καθιστά ικανό το άτομο να συμμετέχει αποτελεσματικά σε μια ελεύθερη κοινωνία και να διευκολύνει την κατανόηση μεταξύ διαφορετικών εθνικών, φυλετικών και θρησκευτικών ομάδων. Οι τρεις αυτοί στόχοι μετατρέπονται σε συγκεκριμένες υποχρεώσεις για κάθε κράτος». Το δικαίωμα στην εκπαίδευση εξειδικεύεται σε επί μέρους δικαιώματα, που πρέπει να είναι σε γνώση των μαθητών, των γονέων και των εκπαιδευτικών. Όλα τα παραπάνω αποτελούν δικαιώματα του πολίτη και αντίστοιχα υποχρεώσεις του κράτους, το οποίο ενδέχεται να τις παραβιάζει: α. αν θεσπίζει νομοθεσία που περιλαμβάνει διακρίσεις σε βάρος προσώπων ή ομάδων, β. αν επιβάλλει προγράμματα σπουδών που δεν αντιστοιχούν στους γενικότερους σκοπούς της εκπαίδευσης, γ. αν στερεί την ακαδημαϊκή ελευθερία σε διδάσκοντες και φοιτητές, δ. αν αποτυγχάνει να εφαρμόσει ένα σύστημα υποχρεωτικής, ελεύθερης και δωρεάν πρόσβασης στη βασική εκπαίδευση.

«Ο παιδαγωγός έχει χάσει την επαφή του με το τι είναι ωφέλιμο για την κοινωνία» (Peter MacLaren). Μελετώνται θέματα όπως η ριζοσπαστικοποίησητης εκπαίδευσηςη θεωρία της αντίστασηςο μετασχηματισμός της εκπαίδευσης και της κοινωνίας.

Ποιος είναι  δικός μου ορισμός για την εκπαίδευση;
Η εκπαίδευση είναι ένα φαινόμενο που λειτουργεί με τη φροντίδα και την οργάνωση του κράτους. Στόχο έχει να υπηρετήσει την ολόπλευρη μόρφωση των νέων ανθρώπων καθώς και τη μετάδοση των αξιών της κοινωνίας. Διαμορφώνει και διαμορφώνεται από την κοινωνία. Συντελεί στην κατάργηση διακρίσεων. Χρειάζεται την συμμετοχή όλων των μελών της: εκπαιδευτικών, γονέων, μαθητών, κοινωνικών ακτιβιστών.
Ο όρος αυτός με μία πρώτη ματιά είναι ελλιπέστατος και μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε εκπαίδευση ολιγαρχικού τύπου. Υπάρχουν πάμπολλες παράμετροι που πρέπει να ληφθούν υπόψη στον ορισμό της εκπαίδευσης. Ποιο είναι το συμφέρον της κοινωνίας; Η αναπαραγωγή είναι ένας κίνδυνος. Το Αναλυτικό Πρόγραμμα εξάλλου κατασκευάζεται από την ελίτ τάξη. Η γνώση πρέπει να διαχέεται σε όλους ελεύθερα, ωστόσο το θέμα είναι ποιος την παράγει και για όφελος ποιων; Η υποτιθέμενη αυτονομία του σχολείου είναι κατά τη γνώμη μου φάρσα. Η αυτονομία έγκειται στην καθημερινή αλληλεπίδραση και την ανταλλαγή εμπειριών των εκπαιδευτικών υποκειμένων και στην παραλλαγή του ΑΠ με τους κανόνες του κρυφού αναλυτικού. Πολλοί παράγοντες όμως ευτυχώς μπορούν να παρεισφρήσουν και να οδηγήσουν σε ριζοσπαστικοποιήσεις της εκπαίδευσης όπως είναι η επιρροή των ΜΜΕ, η παρατήρηση των νέων τεχνολογιών, η κατάρτιση των εκπαιδευτικών, κ.ά. Το δίλημμα τι είναι ωφέλιμο για την κοινωνία λοιπόν που θέτει ο MacLaren είναι ένα ψευτοδίλημμα. Η κοινωνία περιλαμβάνει στις σύγχρονες καπιταλιστικές κοινωνίες ακόμα ισχυρότερη καστοποίηση. Η ανώτερη διευθύνουσα τάξη είναι αυτή που δημιουργεί τα «οφέλη» για όλους αλλά ουσιαστικά αυτά χρησιμεύουν για την αναπαραγωγή της. Αυτό που είναι ωφέλιμο για την κοινωνία πρέπει ο κάθε εκπαιδευτικός να το κρίνει προσωπικά έχοντας πάντα το όφελος των παιδιών πρωταρχικό μέλημα. Η ύλη, οι εξετάσεις, η προαγωγή, η αξιολόγηση, η γραφειοκρατία γενικότερα της εκπαίδευσης είναι σημεία της που απομακρύνουν την ουσιαστική επαφή διδάσκοντα και διδασκομένου και την κάνουν περισσότερο τυπική και απόμακρη.

Η εκπαίδευση είναι: 1) πράξη πολιτική, 2) διαμορφώνει την προσωπικότητα, 3) μεταβιβάζει πολιτικές ιδέες: μέσα από τη διδασκαλία ενός αντικειμένου μπορείς να χειραγωγήσεις με την ερμηνεία που θα ακολουθήσεις.
Το αίτημα για δικαιοσύνη στην εκπαίδευση σημαίνει να απονέμεται δικαιοσύνη στα παιδιά, να τα βλέπει ο εκπαιδευτικός σαν παιδιά του, να ελέγχει τα λεκτικά του σύμβολα, ποιον αγνοεί, ποιον κοιτάζει. Αυτά τα σημεία κάνουν κακό περισσότερο στην αναπαραγωγή του συστήματος παρά η νομοθεσία και η οργανωτική δομή. Ο εκπαιδευτικός πρέπει να ελαφρύνει τα προβλήματα της εκπαίδευσης στο δικό του χώρο ευθύνης. Σήμερα παρατηρείται μεγάλη αδρανοποίηση των εκπαιδευτικών και μάλιστα η παραίτηση αυτή συμβαίνει πολύ γρήγορα.
Το Αναλυτικό Πρόγραμμα έχει το χαρακτηριστικό της περιχάραξης, δηλαδή λειτουργεί ως εμπόδιο προσπέλασης της εκπαιδευτικής γλώσσας (βλέπεBernstein για τους γλωσσικούς κώδικες εκπαίδευσης που αφορούν κυρίως την γλώσσα της ανώτερης τάξης). Η μόρφωση και απελευθέρωση είναι πιο εύκολα στην κυριαρχούσα τάξη. Η γλώσσα είναι εξουσία. Χρειάζεται επανεξέταση του Αναλυτικού Προγράμματος. Να επανεξεταστούν ζητήματα της εκπ/σης, να γίνει δηλαδή μια αρχαιολογία εκπ/κής γλώσσας γιατί είμαστε προκαθορισμένοι από αυτούς ακριβώς τους περιορισμούς της γλώσσας, όπως: κενή ώρα, αποτυχία στις εξετάσεις, καλός μαθητής, κάνω τη δουλεία μου, δεν τα παίρνει, διαγώνισμα 10΄,κτλ… Να κάνουμε αυτό που πρότεινε οFreire, να ονομάσουμε τον κόσμο, να ξαναβρούμε τις λέξεις. Να επιλέξουμε να ζήσουμε τον κόσμο όχι αλλοτριωμένα αλλά αυθεντικά και να τον πλάσουμε ελεύθερα με ενθουσιασμό και ελπίδα.

Πώς διαχειρίζεται ο εκπ/κός τη διαφορά; Ψάχνει να τη βρει; Την αντιλαμβάνεται; Καταγράφει τις ορατές διαφορές; Τις συζητά; Τι κάνει με αυτές; Ποια στρατηγική ακολουθεί με αυτές; Ο εκπαιδευτικός δε χρειάζεται να ακολουθεί λυσάρια συμπεριφοράς. Πρέπει να αναδυθεί στην ατομικότητά του για τη λήψη πρωτοβουλιών. Η αντισταθμιστική εκπ/ση οργανώνεται για πολλούς και πρέπει να λειτουργεί με βάση το αίτημα αποδοχής της διαφοράς. Η επισήμανση δηλαδή της διαφοράς είναι απαραίτητη συνθήκη για τη επίτευξη μιας τέτοιας εκπ/σης.

Ήθος και σχολική κουλτούρα: Τι είναι επιτρεπτό στο σχολείο; Τι δεν είναι αποδεκτό; Η παιδαγωγική δεν πιστεύει στη βία και στην καταστολή αλλά όχι και στην επιβολή. Να δίνουμε φωνή στην αντίθεση. Να μην επιβάλλουμε χειραγώγηση αλλά να δημιουργήσουμε άτομα σκεπτόμενα. «Το σκέπτεσθαι και διαλογίζεσθαι ορθώς εστί ταυτόν το αναπαράγειν την δημιουργίαν εν ευατώ» (:το να σκέφτεσαι και διαλογίζεσαι σωστά είναι το ίδιο πράγμα με το να αναπαράγεις την δημιουργία μέσα σου).


βλέπε και: "ΚΡΙΤΙΚΟΣ ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ, ΚΡΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ
ΚΑΙ ΤΑ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΑ ΣΧΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ"http://www.alfavita.gr/artra/art1_1_09_0001.php




Δεν υπάρχουν σχόλια:

back to top